"ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΑΝ, ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΜΑΣ ΛΥΓΙΣΕΙ"

powered by Agones.gr - livescore

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2020

Το νερό των διψασμένων - Υδροδότηση της παλιάς Ιερισσού

Κείμενο- Αφήγηση: ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ ΚΟΥΜΑΡΟΣ

Επιμέλεια- Απόδοση: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ

« Ύστερα από τόσες γενιές που πέρασαν, οι γονείς μας, οι παππούδες μας και οι προπαππούδες μας πάντα ήταν διψασμένοι. Η μόνη πηγή νερού ήταν του Τσιμνού το πηγάδι. Ένα πηγάδι ξεδιψούσε όλο το χωριό με δυο χιλιάδες κατοίκους. Ένα μεγάλο μαρτύριο που το πλήρωναν οι γυναίκες που κουβαλούσαν με τις στάμνες νερό.
Το κοινοτικό συμβούλιο που ήταν πριν από το 1930 αποφάσισε... να σταματήσουν αυτό το μαρτύριο και να φέρουν νερό στο χωριό. Να κάνουν πολλές βρύσες σε όλες τις γειτονιές. Λεφτά είχαν από τους κισλάδες που νοίκιαζαν τα χωράφια στους βλάχους με τα κοπάδια τους. Αυτή η απόφαση ήταν καλή και τη δέχτηκαν όλοι οι κάτοικοι. Επιτέλους θα γλυτώναμε από αυτό το μαρτύριο της δίψας. Νερό θα έφερναν από μία πηγή στου Σταυρακιού . Δεν θέλησαν να φέρουν έναν μηχανικό, ένα εμπειροτέχνη. Απλά κάμαν τα σχέδια μόνοι τους. Αυτοί που ήταν κοινοτικοί σύμβουλοι ήταν όλοι νοικοκυραίοι. Γεωργοί, μελισσάδες και άνθρωποι της πιάτσας. Τώρα, αν ήταν και μερικοί αγράμματοι, δεν πείραζε.
Στο συμβούλιο που κάμαν πήραν την απόφαση να κάμουν μία μεγάλη δεξαμενή πάνω στου Κουτσεκέλη την κοπριά, δεξιά από το καλντερίμι που πηγαίνει στον Άγιο Γεώργιο, σ’ έναν άδειο χώρο· εκεί συγκέντρωσαν όλα τα υλικά, πέτρες, θηραϊκή γη και ό,τι άλλα υλικά χρειάζονταν. Βάλαν εργάτες και σκάψαν έναν μεγάλο λάκκο να γίνει η δεξαμενή μέσα στη γη για να κρατάει το νερό κρύο. Μάστορας ήταν ένα θεριό, Ηπειρώτης, ο Στρατής. Ο Μαστροστρατής είχε φτιάξει όλα τα καλντερίμια της Ιερισσού.
Το έργο ξεκίνησε. Όλοι έσκαβαν να ανοίξουν το μεγάλο λάκκο. Όσοι είχαν ζώα, άλογα, μουλάρια και γαϊδούρια δούλευαν προσωπική εργασία να κουβαλάν πέτρες από όπου έβρισκαν. Ένα άλλο συνεργείο με προσωπική δουλειά δούλευε πάνω στη πηγή. Άνοιξαν ένα τούνελ για να βρουν περισσότερο νερό και από κει με σωλήνες σιδερένιες θα έφερναν το νερό στη δεξαμενή. Ο Μαστροστρατής είπε στον πρόεδρο ότι του χρειαζόταν και λίγες μικρές πέτρες για να γεμίσει τα κενά στο χτίσιμο.
-Ποιος θα τις έφερνε;-
Τότε ο διευθυντής του δημοτικού σχολείου, Νικόλαος Πέτρου και ο δάσκαλος, Δημήτριος Παπαζαρίας συγκέντρωσαν τα παιδιά τετάρτης, πέμπτης κι έκτης τάξης στην πλατεία του σχολείου και πήγαν στη δεξαμενή. Μας είπαν να μαζέψουμε πέτρες, όσες μπορεί ο καθένας και να τις πάμε στη δεξαμενή. Όπως τα μυρμήγκια, με φωνές και γέλια καθαρίσαμε όλη τη γειτονιά από τις πέτρες. Με χαρά πήγαμε, που βάλαμε κι εμείς τα παιδιά από ένα λιθαράκι σε αυτό το έργο. Σιγά σιγά η δεξαμενή τελείωσε. Πήγαν να κάμουν την παραγγελία για σωλήνες και τότε έβαλε ο διάολος το ποδάρι του και αναποδογύρισαν τα πάντα. Ένας κύριος πέταξε μία σαπουνόφουσκα ότι οι σιδερένιες σωλήνες, όταν θα περάσει το νερό, θα σκουριάσουν και όλη η σκουριά θα πάει στη δεξαμενή και θα πίνουμε σκουριασμένο νερό (καθώς ακούγαμε) από τους μεγαλύτερους.
Έγινε μεγάλο ζήτημα. Παντού σχολίαζαν ότι θα μας φέρουν σκουριασμένο νερό. Φωνή λαού, οργή θεού. Τότε άλλαξαν σχέδιο. Θα φέρναν πήλινα κιούγκια. Αυτά θα κρατούσαν κρύο και καθαρό το νερό και η παραγγελία έγινε. Μια μέρα ένα καΐκι ξεφόρτωνε τα κιούγκια στη παραλία της Ιερισσού.
Κάποιοι αντέδρασαν και φώναζαν ότι με αυτά τα κιούγκια, όπως είναι το έδαφος, δεν πρόκειται «να πάτε νερό στη δεξαμενή». Αφού ήρθαν τα κιούγκια άλλαξαν το σχέδιο· δε θα τα σύνδεαν από την πηγή για τη δεξαμενή από εκεί που θα έβαζαν τις σωλήνες γιατί το έδαφος είναι ανώμαλο· έχει ανηφόρες, χαντάκια, νεροφαγώματα και άλλα πολλά. Γι’ αυτό ξεκίνησαν να σκάβουν χαντάκια από τη Σταυρακιού που ήταν η πηγή. Δίπλα στα χωράφια θα πήγαιναν μέχρι ένα σημείο και μετά ο δρόμος κατηφόριζε ως το λάκκο. Με σωλήνες θα περνούσαν απέναντι, όπου ήταν το σπίτι του Τερτυλίνη. Με αυτό το σχέδιο ξεκίνησαν να ανοίγουν χαντάκια και να αραδιάζουν τα κιούγκια.
Ύστερα από μέρες το έργο τελείωσε. Σκεπάστηκαν με το χώμα όλα τα κιούγκια και μια μέρα σύνδεσαν το νερό της πηγής με το δίκτυο. Όλοι πήγαν στο τέρμα και περίμεναν να ‘ρθει το νερό. Περίμεναν ώρες, αλλά νερό δεν ήρθε. Το νερό χάθηκε στο δρόμο. Αυτό που ήρθε ήταν τόσο λίγο που μια λαΐνα, πέντε οκάδες, έκαμε μισή ώρα να γεμίσει.
Καθώς ακούγαμε από τους μεγαλύτερους η απογοήτευση έφερε μεγάλη γκρίνια. Αλλά όλα πέρασαν με τον καιρό και ξεχάστηκαν.
Μετά από το σεισμό όταν έγινε το νέο χωριό φέραν νερό από άλλη πηγή. Κάμαν μια μεγάλη δεξαμενή και κάτι προύχοντες θέλησαν να βάλουν το νερό του Σταυρακιού στη δεξαμενή. Υπεύθυνοι στείλαν δείγμα νερού στο Χημείο Θεσσαλονίκης. Όταν ήρθε η απάντηση, τους είπαν όχι. Το βρήκαν ακατάλληλο, είχε πολύ ασβέστιο».
Φωτογραφίες:
1. Το υδραγωγείο στην παλιά την Ιερισσό όπως σώζεται σήμερα.
2. Το πηγάδι «του Τσιμνού». Απόσπασμα φωτογραφίας πριν το 1932.
3. Άρθρο της εφημερίδας “Φωνή της Χαλκιδικής” με τίτλο «Τα υδραυλικά έργα της Ιερισσού» στις 18 Ιανουαρίου του 1931, σ.4 [αρχείο Χ. Καραστέργιου]

Δεν υπάρχουν σχόλια: