"ΟΥΔΕΙΣ ΠΛΕΟΝ ΑΧΑΡΙΣΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΕΡΓΕΤΗΘΕΝΤΟΣ "

powered by Agones.gr - livescore

Σάββατο 20 Ιουλίου 2024

5 0 χ ρ ό ν ι α

Γράφει ο Γιώργος Ι. Ζωγραφάκης, συντ. δάσκαλος – συγγραφέας


Συμπληρώνονται σήμερα, 15 Ιουλίου, πενήντα χρόνια από τις 15 Ιουλίου 1974, όταν η ελληνική Χούντα, μέσω της ΕΛΔΥΚ της Κύπρου, πραγματοποίησε επίθεση κατά του τότε Προέδρου της Κύπρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, ο οποίος διέφυγε μεν τη σύλληψη, ίσως και την εκτέλεση, αλλά το Κίνημα αυτό και η δικτατορία (Σαμψών) που επέβαλε, έδωσε τη δικαιολογία που γύρευε ανέκαθεν η Τουρκία, για να επέμβει λίγες μέρες αργότερα (20 Ιουλίου) και να διχοτομήσει την Κύπρο. Συγκλονισμένος και εγώ, όπως και όλοι οι Έλληνες, τον Σεπτέμβρη, όταν πια είχε ολοκληρωθεί η τραγωδία, έγραψα  «εν τάχει», 20 «ποιήματα», τα οποία πολυγραφημένα, και με γενικό τίτλο ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ, τα «εξέδωσα» σ’ ένα ταπεινό τευχίδιο. Είκοσι χρόνια αργότερα, το 1994, τα ξανάβγαλα, πολυγραφημένα και πάλι, και με τον...

επιπλέον τίτλο, ΜΕΤΑ ΕΙΚΟΣΙ ΕΤΗ. Και, αφού αυτό το γραφτό είναι πάντα τραγικά επίκαιρο, τώρα που κλείνουν πενήντα! χρόνια, ανοίγω και πάλι το παράθυρο της περιορισμένης διμοσιότητας, με την ίδια συγκίνηση και οργή. 


                               I.   1 5   Ι ο υ λ ί ο υ   ΄7 4

                                   Ο   Κ ά ι ν                

Και ξαφνικά ξεπρόβαλαν τα τανκς.

Οι ερπύστριες ούρλιαξαν

και οι μαύρες κάνες φτύσαν το θάνατο.

Αντικρύ σταυροί και σημαίες

μάταια καλούν σ’ ενότητα.

Κι όμως χέρια Ελλήνων

χύνουν αίμα ελληνικό,

κι ο κόσμος βουβαίνεται 

από τη φρίκη. 

Ώ, της παραφροσύνης.



   II.   1 5  -  2 0  Ι ο υ λ ί ο υ :

           Τ ΄  α δ έ λ φ ι α


Τ΄ αδέλφια, μακριά ,

έχουν χειροπαίδες στα χέρια

kαι μια πνιγμένη λαλιά στο λαρύγγι.

Μαθαίνουν τα νέα,

mαντεύουν την αλήθεια

και παγώνουν.

Αναλογίζονται τις συνέπειες

και φρικιούν.

Θεέ μου,

Ως πού;



III.  Ο ι  βάρβαροι.


Και μόνο οι βάρβαροι,

αντικρύ στα παράλια της Μικρασίας

παρατούν για λίγο τη σπορά του χασίς.*

πετούν τα κόκκινα φέσια στον αέρα     

κι αγκαλιάζονται.

Έχουν την ανέλπιστη πρόφαση:

Είναι «εγγυήτρια δύναμη».

Οι προαιώνιοι πόθοι μέσα τους 

παίρνουν σάρκα και οστά.

Ντύπουν τους γύπες τους με στολές περιστεράς

κι ετοιμάζουν τα καράβια.



IV ,   Τ ο   π ρ ά σ ι ν ο   φ ω ς


Υποτακτικοί καθώς πρέπει

ζητούν το πράσινο φως

από τη μεγάλη «μάνα της Δημοκρατίας».

Κι ο Μέττερνιχ του αιώνα μας

που, μεταξύ χαβιαριού και ουίσκυ,

ξηλώνει και μπαλώνει τον κόσμο,

δίνει το οκέυ.

Ω, Ελλάδα,

πόσο σκληρά πληρώνεται η φιλία σου

(η υποτέλειά σου).



V.  2 0  Ι ο υ λ ί ο υ,  ώ ρ α   5. 3 0 


Σάββατο πρωί.

Ήλιος χρυσός στεφανώνει τις κορυφές.

Τα παιδιά κοιμούνται ακόμη

και χαίρονται όνειρα γλυκά, χαρούμενα.

Αλλά,

βόμβος σκληρός τσακίζει την κοιμισμένη ακοή.

Οι καρδιές παγώνουν,

κι η αναπνοή κόβεται.

Και τότε οι πρώτες εκρήξεις

τσακίζουν την πρωινή γαλήνη.

Τα όνειρα των παιδιών θρυμματίζονται

και τινάζονται στον αέρα,

μαζί με τα καδρόνια απ’ τα παράθυρα.

Έχει ανοίξει πλήρως πια

η αυλαία της τραγωδίας,  



V .   Ε μ ε ί ς


Εμείς, εδώ,

εκατοντάδες μίλια μακριά,

φρικιασμένοι κι ανήμποροι, 

κρεμόμαστε από τα ερτζιανά.

Μέσα μας ξυπνάνε οι παππούδες

και φωνάζουν «Λευτεριά ή Θάνατος».

Μεσολόγγια και Αρκάδια

τινάζονται μπρος στα μάτια μας,

και στις μαρμάρινες προτομές 

των πολέμαρχων του ΄21

αρχίζει να ρέει ξαφνικά πύρινο αίμα.



 VΙI.   Σ τ α   ό π λ α 


Δε ρωτάμε πια

τι καρδιά χτυπά στα στήθη εκείνων

που μας φωνάζουν «επιστράτευση».

Η ώρα είναι τραγική,

η Ελλάδα πρέπει να μαζέψει

τα καριοφύλλια της.

Να δράξει τα σπαθιά

και τα λιανοντούφεκα

και να σταθεί ορθή

(μ΄ όλες  τις πληγές της)

μπροστά στον γορίλα.

Στα όπλα, αδέλφια

και καλό βόλι!



VIII.    Ε κ ε ί    κ ά τ ω


Ως τόσο

αρμαθιές κρεμόμαστε

στις πηγές των ερτζιανών.

Νιώθουμε,

το κορμί της μάνας να σπαράζει

καθώς οι ριπές τής ξεσκίζουν

και οι ερπύστριες τής λιώνουν

ένα κομμάτι του,

Οι βόμβες σκάζουν τόσο σιμά μας,

που τις ακούμε καθαρά

και βλέπουμε ψηλά

τα κομμάτια απ’ τα τσακισμένα κορμιά

και τα κρεβάτια των νοσοκομείων.

Τα δόντια μας σφιγμένα

συνθλίβουν την απόφαση να σπεύσουμε

κι η γλώσσα πιο μέσα,

πικρή σαν φαρμάκι.



ΙΧ,     Ο ι   φ ί λ ο ι


Μια μικρή βοήθεια

φαίνεται μπροστά στ’ ακρογιάλια

της Κύπρου.

Η αδελφή μας απλώνει τα χέρια

με λαχτάρα

ν’ αδράξει τ’ άλλα χέρια

τα ελληνικά,

που φτάνουν.

Κι όμως

πάν΄ από τα γαλανά νερά,

αναδύονται τα τέρατα της συμμαχικής προδοσίας

και στρέφουν τα κανόνια

κατά των Ελλήνων.

Μπροστά στην άνανδρη επίθεση

η αισχρή προστασία.

Τα μάτια δε μπορούν να πιστέψουν.

Κι όμως,

«η ιστορία επαναλαμβάνεται».

Ο Μεττερνίχος

θέλει να φτάσει το μαχαίρι

ως το κόκαλο. 

- Στοπ!

Η «λύση» πρέπει να δοθεί.

Κύπρο, Ελλάδα,π

πιέστε το φαρμάκι σας.


X .  Κ υ ρ ή ν ε ι α


Ο «φοβερός στρατός»

-απόγονοι των γενιτσάρων_

ντυμένος με τ΄ ατσάλια

των τανκς και των φάντομ, 

είναι καρφωμένος

απ’ τις λιγνές λόγχες των έμφιλ.

Ο Μέττερνιχ απορεί

και ορύεται:

-Α ρ γ ο ύ ν !

Η μαχαιριά δεν πέτυχε.

Βυθίσαμε το μαχαίρι στο λαιμό

μα δε βρήκαμε την καρωτίδα.

Αργούν.

Και το σφαχτό είναι έτοιμο

ν’ αρχίσει, αιμόφυρτο,

να κυνηγά τον σφάχτη του.



XΙ.    Υ π ο χ θ ό ν ι ε ς   δ υ να μ ε ι ς


Κι όταν οι γνωστές και άγνωστες

δυνάμεις του σκότους

και της προδοσίας

καρφώνουν κάθε συμπαράσταση

μακριά

κι αρπάζουν

χέρια, πόδια, μαλλιά,

την Κύπρο,

οι γιοι του Αττίλα

βρίσκουν επί τέλους την καρωτίδα

και καρφώνουν βαθιά

τη λόγχη,

Και, μακριά, ο Μεττερνίχος,

ακούει το ρόγχο, τρίβει τα χέρια

κι ετοιμάζεται για τη δεξίωση,

-Μια ακόμη «λύση» έχει δοθεί.



XΙΙ .   Ο ι   έ ν ο χ ο ι


Όμως εδώ

οι επαίσχυντοι ένοχοι

αντι να ζητήσουν τη λύτρωση

σε όποιαν «συκομωρέαν»,

κλιμακώνουν την παραφροσύνη.

Αλίμονο,

αύριο, τι μέρα ξημερώνει;



XΙΙΙ.    Η  λ ε υ τ ε ρ ι ά  ( μ α ς )


Ο Θεός όμως,

τρόμαξε πια να βλέπει

την Ελλάδα στην καταδίκη.

βαριά, πολύ βαριά,

πλήρωσε ξένες αμαρτίες.

Στα σπλάχνα της ένα μαχαίρι

τη σφάζει χρόνια τώρα,

Όχι πια, λοιπόν:

ώρα για τη λευτεριά!

Δυνάμεις καταχθόνιες,

από δω είναι το Ταίναρο..

Ας φωτίσει την Ελλάδα

ήλιος ελευθερίας.

Και μέσα στο παραλήρημα

Ο Έλληνας καταλαβαίνει

γιατί το φαρμάκι στο στόμα.

Τούτη τη λευτεριά

πολύ ακριβά την πλήρωσε.



XIV,   Γ ε ν ε ύ η


Η δεξίωση τελείωσε.

ώρα για  υπογραφές:

Ας πάμε στη Γενεύη.

Μετά την τελετή οι υπογραφές

-πρέπει να τηρείται η τάξη

Ο Μεττερνίχος κινεί από μακριά

με τα νήματα τις μαριονέτες.

Όμως,

η Ελλάδα δεν κινείται πια 

με τα αισχρά αόρατα νήματα.

Και (σε παρένθεση: είναι «μυστικό»)

Κάτω εκεί

η γραμμή του διαχωρισμού

δεν είναι καθόλου

η «συμφωνημένη».

Δε βρήκαμε, λοιπόν, ακόμα

την καρωτίδα;

Τέλος,

ας παίξουμε πάλι

το αισχρό παιγνίδι.

Η επιδερμίδα προ πολλού

έχει χάσει τους πόρους της.


XV,  1 4   Α υ γ ο ύ σ τ ο υ


 Βαριά νύχτα στη Γενεύη.

Είναι εξώφθαλμο πια.

Τα νήματα φαίνονται τώρα καθαρά.

Τα προσχήματα είναι αδύμανο

να τηρηθούν.

Και τότε

αρχίζει η νέα –απίστευτη-

«επιχείρηση ειρήνης

του τουρκικού στρατού»!

Ο Αττίλας έχει πια

συναγμένες όλες τις δυνάμεις του.

‘Όλα είναι έτοιμα για τη σφαγή.

Το θύμα είναι έτοιμο,

δεμένο πισθάγκωνα,

κι ο Αττίλας κραδαίνει

την αιμόφυρτη σπάθα.



XVI.  Σ φ α γ ή


Το αίσχος ολοκληρώνεται.

Η φρίκη ξεχείλισε

τα τρυφερά ακρογιάλια.

Ο Δαβίδ, προδομένος,

κρεουργείται.

Οι οβίδες ξεκοιλιάζουν τη γης.

Τα σιδερένια όρνια, ουρλιάζοντας,

αδειάζουν το Θάνατο.

Οι ασήκωτες ερπύστριες

λιώνουν τη γης.

Σπλάχνα παιδιών

και κεφάλια γερόντων

σκίζουν τον αέρα

κι η φωτιά

έρχεται ν’ αφανίσει

τ’ αχνάρια του αίσχους. 

Ο Αττίλας

σουβλίζει τη μάρτυρα.

Η αυλαία πέφτει.

Η φοβερή πράξη τελειώνει.

Και μέσα στις οιμωγές

των θεατών και των θυμάτων

τρυπάει τ’ αυτιά

το μακρινό χειροκρότημα:

Ο Μεττερνίχος επικροτεί

μ’ αισχρή ανακούφιση.


XVII.   Σ υ μ π α ρ ά σ τ α σ η


Τ’ αθώα θύματα

δέχονται τ’ αδερφικό χέρι.

Οι ζωντανοί θάβουν τους νεκρούς

και δένουν τις πληγές των λαβωμένων.

Μέσα στην οδύνη

τρυφερά χέρια

σκουπίζουν τα δάκρυα

απ’ τα κατακόκκινα μάτια

των ορφανών.

Κι οι μακρινοί αδελφοί

σπεύδουν να στείλουν

το καρβέλι, την κουβέρτα

και την ψυχή τους

στα προδομένα αδέρφια. 

Ο αιώνιος λώρος

Που δένει την Κύπρο με την Ελλάδα,

μεταγγίζει εκεί

το ελληνικό αίμα.

Η ελληνική ψυχή

στο μεγαλείο της.



XVIII,   Ο   φ α ρ ι σ α ί ο ς


Κι ανάμεσα στις ξενόγλωσσες φωνές

της αληθινής συμπαράστασης

ακούγεται κι η καταχθόνια φωνή

του Μεττερνίχου.

Μιλεί για ενδιαφέρον,

για δίκαιο και για βοήθεια.

Θέλει υπογραφή

στη ληξιαρχική πράξη θανάτου.

Έχει το άγχος και τη σπουδή

του ενόχου.

Όμως, δεν .εχει ανθρωπιά

να κρύψει το πρόσωπό του

από ντροπή.

Ω, της αναισχυντίας!


ΧΙΧ,   Ό μ ω ς


Όμως,

Η χαίνουσα πληγή,

δε μπορεί να κλείσει

στο χειρουργείο

μιας αναίσχυντης δι9πλωματίας.

Η Ελλάδα τώρα ξέρει

πόσο ψηλά τοποθετείται

η αξιοπρέπεια.

Και ξέρει να κρατά το κεφάλι ψηλά,

όσο κι αν οι καταιγίδες

σαρώνουν τις αυλές και τις στέγες του κόσμου.

Μέσα στις  ψυχές των Ελλήνων

φωλιάζει ανίκητη η πίστη,

πως ξημερώνει

ένα ελληνικό αύριο.

Οι μέρες του εφιάλτη 

Τελειώνουν.

Κοντά είναι η αυγή.

Η Ελλάδα βρίσκει το δρόμο της

κρατώντας σφιχτά

τη χρυσοκόρη της.

Αδέρφια, κουράγιο,

το αύριο μάς περιμένει.


XX,   Ό ρ θ ι ε ς  ψ υ χ έ ς


Όχι πια δάκρυα.

Στον πόνο χρειάζονται

όρθιες ψυχές

και στεγνά μάτια.

Αδέρφια μας,

σας  απλώνουμε από δω

το χέρι.

Η ζεστασιά 

κι η δύναμή του

είναι για σας.

Μη φοβάστε

την παγωνιά του χειμώνα

και της προσφυγιάς.

Όρκος βαρύς

 βγαίνει απ’ τα στήθια μας:

«Μαζί σας

στη ζωή

και στον θάνατο».

Αδέρφια μας

η Λευτεριά σας

είναι χρέος μας,

σιατί τη δικιά μας Λευτεριά

Σε σας τη χρωστάμε!



Πρόλογος  πρώτης έκδοσης


Αναγνώστη

Είναι στιγμές που η ψυχή του ανθρώπου φουσκώνει, ξεχειλίζει και ζητά ν΄

 Αδειάσει.

Μια τέτοια στιγμή γέννησε τού το «ΧΡΟΝΙΚΟ»

Λέγοντας «στιγμή» σχεδόν κυριολεκτώ, γιατί το «ΧΡΟΝΙΚΟ»»βγήκε» σε ελάχιστο χρόνο, σα γάλα που ξεχείλισε ξαφνικά πάνω στη φλόγα.

  Θέλησα μάλιστα να τ αφήσω όπως βγήκε, χωρίς χτενίσματα  και διορθώσεις.

Πολύ πιθανόν να μην είναι λογοτέχνημα. Είναι όμως  α λ η θ ι ν ό , βγαλμένο από το φοβερό καμίνι  του καλοκαιριού που μας πέρασε.

  Αλλά οι κρίσεις δεν μου ανήκουν.


Ορμύλια Χαλκιδικής                                                                            Γ. Ζωγραφάκης

Σεπτέμβρης ΄74                                                                                       Δάσκαλος   

Δεν υπάρχουν σχόλια: