"ΟΥΔΕΙΣ ΠΛΕΟΝ ΑΧΑΡΙΣΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΕΡΓΕΤΗΘΕΝΤΟΣ "

powered by Agones.gr - livescore

Τετάρτη 1 Μαΐου 2019

Κρήτες Μακεδονομάχοι - Η μάχη της Αγίας Αναστασίας

Δημοσίευση άρθρου του Γιώργου Ζωγραφάκη στην εβδομαδιαία εφημερίδα του Ηρακλείου Κρήτης  'ΑΠΟΨΗ του νότου". 
Μια σημαντική σελίδα του Μακεδονικού Αγώνα που έχει σχέση με τη Χαλκιδική, είναι η πολυαίμακτη μάχη της Αγίας Αναστασίας, που έγινε στην περιοχή της ιστορικής Μονής στις 2-3 Μαΐου 1905.


Οι Κρήτες Μακεδονομάχοι του Ιωάννη Νταφώτη και
η μάχη της Αγίας Αναστασίας

Γράφει ο Γιώργος Ζωγραφάκης

Μια σημαντική σελίδα του Μακεδονικού Αγώνα, που έχει σχέση με τη Χαλκιδική, είναι η πολυαίμακτη μάχη της Αγίας Αναστασίας, που έγινε στην... περιοχή της ιστορικής αυτής Μονής στις 2-3 Μαΐου 1905. Πρόκειται για τη σύγκρουση του σώματος Μακεδονομάχων του Ιωάννη Νταφώτη, που αποτελούνταν από 85 αγωνιστές, -που σχεδόν όλοι τους κατάγονταν από την Κρήτη, όπως άλλωστε και ο ίδιος ο Νταφώτης-, με ισχυρό σώμα τουρκικού στρατού.
Ο Ι. Νταφώτης γεννήθηκε στο χωριό Αβδού του νομού Ηρακλείου το 1866. Ήταν γιος ενός ανήσυχου παπά, που είχε πάρει πολλές φορές το όπλο, για να συμμετάσχει στις πολλές επαναστάσεις που σημειώθηκαν στην Κρήτη το 2ο μισό του 19ου αιώνα. Μετά το τέλος όμως της επανάστασης, (1866-69), η οικογένεια Νταφώτη φεύγει για την Αθήνα, για να αποφύγει τη δίωξη από τους Τούρκους.
Μεγαλώνοντας ο Νταφώτης, άνθρωπος γενναίος αλλά και ιδιόμορφος, πολύ νέος ακόμη, ίδρυσε στην Αθήνα τον «Ιερό Λόχο των Ανατολικών Επαρχιών της Κρήτης», και στη συνέχεια βρέθηκε λοχίας στο ελληνικό ιππικό, όμως, όταν ήταν υπεύθυνος για τη φύλαξη, στη στρατιωτική φυλακή Μεντρεσσέ της Αθήνας, τριών υπαξ/κών, καταδικασμένων σε θάνατο, ο Νταφώτης, που θεωρούσε άδικη την καταδίκη τους, την παραμονή της εκτέλεσής τους, τους άφησε να δραπετεύσουν, αλλά έφυγε κι αυτός μαζί τους για να μη διωχθεί –δικάστηκε όμως ερήμην σε 20 χρόνια ειρκτή. Από την Αθήνα κατέβηκε στην Κρήτη, αλλά, ανήσυχος και τυχοδιωκτικός τύπος όπως ήταν, βρέθηκε σε εκστρατευτικό σώμα της γαλλικής Λεγεώνας των Ξένων και πολέμησε στην Δαχομέη. Για την δράση του εκεί ο Νταφώτης τραυματίστηκε και παρασημοφορήθηκε από τους Γάλλους, αλλά λόγω του τραυματισμού του αποχώρησε από τη Δαχομέη και διορίστηκε από τους Γάλλους ως υπάλληλος στη διώρυγα του Σουέζ, αργότερα μάλιστα έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο « Εις Δαχομέην». Στη συνέχεια ζει για λίγα χρόνια στο Παρίσι, όμως το 1896 γυρνά στην Κρήτη, όπου πρωτοστατεί στην αρχόμενη το 1897 νέα επανάσταση της Κρήτης «ηγούμενος σώματος εθελοντών κυρίως Κρητών, το οποίο ονομάζει «Τάγμα Επιλέκτων Κρητών». Όταν άρχισε ο αναβρασμός στη Μακεδονία από τη δράση των Βούλγαρων κομιτατζήδων και φαινόταν πως ο ελληνισμός έπρεπε να αντιδράσει, για να μη γίνει βουλγαρική η Μακεδονία, ο Νταφώτης ζήτησε από την τότε ελληνική κυβέρνηση, το 1903, να οργανώσει εκστρατευτικό σώμα και να πάει να πολεμήσει στη Μακεδονία, αλλά δεν πήρε την έγκριση της κυβέρνησης. Αργότερα όμως, και ιδιαίτερα μετά το θάνατο του Παύλου Μελά, η κυβέρνηση του ελεύθερου ελληνικού κράτους, όχι μόνο δεν ήταν αντίθετη με την είσοδο αντάρτικων σωμάτων στη Μακεδονία από την ελεύθερη Ελλάδα, αλλά και ενίσχυε αυτές τις πρωτοβουλίες. Μάλιστα, δημιούργησε στη Γλυφάδα κέντρο προετοιμασίας και οργάνωσης εκστρατευτικών σωμάτων. Σ’ αυτό, σημαντικό ρόλο έπαιζε το Μακεδονικό Κομιτάτο, που ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1904. Το πρώτο σώμα, το οποίο οργανώθηκε εκεί , ήταν αυτό του Ι. Νταφώτη, ο οποίος είχε έρθει από την Αίγυπτο, μεταφέροντας και 100.000 γαλλικά φράγκα, προσφορά των πολυπληθών Ελλήνων της Αιγύπτου για το σκοπό αυτό.
Το σώμα που οργάνωσε ο Νταφώτης, με την καθοδήγηση του γνωστού μακεδονομάχου Κ. Μαζαράκη –Αινιάν, αλλά και του γνωστού Μακεδονομάχου λοχαγού Κ. Μπουκουβάλα, ήταν πολυπληθές. Περιλάμβανε 85 μαχητές, με ομοιόμορφες στολές και καλόν εξοπλισμό. Αυτό το σώμα, χρησιμοποιώντας ειδικό πλοίο, -το οποίο είχε πλοίαρχο τον αδελφό του Π. Μελά και μηχανικό τον αδελφό του Νταφώτη Κώστα-, ξεκίνησε από τη Γλυφάδα, στις 14 Απριλίου 2005, και στις 16 Απριλίου, ανήμερα Πάσχα, αποβιβάστηκε στον Στρυμωνικό κόλπο, όπου υποτίθεται ότι θα τους περίμεναν οδηγοί, απεσταλμένοι από το Γενικό Προξενείο Θεσσαλονίκης για να τους οδηγήσουν, και πολλά μουλάρια για να μεταφέρουν τον μεγάλο όγκο των εφοδίων που κουβαλούσε, μεταξύ των οποίων ήταν και 500 όπλα, «γκράδες» της εποχής, με ανάλογα φυσίγγια, τα οποία ο Νταφώτης προόριζε να μοιράσει στον ντόπιο πληθυσμό, για να βοηθήσει στην οργάνωση άλλων αντάρτικων σωμάτων από ντόπιους.
Τρεις μέρες περίμενε ο Νταφώτης να φανεί η συμφωνημένη βοήθεια, οδηγοί και εθελοντές, που όμως δεν ήρθε. Τότε επίταξε 100 μουλάρια από καρβουνιάρηδες της περιοχής, που όμως οι πιο πολλοί ήταν …Βούλγαροι, όπως Βούλγαροι ήταν οι περισσότεροι καρβουνιάρηδες της Μακεδονίας, και όχι τυχαία –αφού αυτός ήταν ένας τρόπος να αλλοιώσουν οι Βούλγαροι τη σύνθεση του πληθυσμού, υπέρ της Βουλγαρίας. Έτσι, όταν ο Νταφώτης προχώρησε προς τον προορισμό του, που ήταν η περιοχή της Νιγρίτας, εμφανίστηκε ξαφνικά μεγάλο τουρκικό στρατιωτικό σώμα, καθώς οι τουρκικές αρχές είχαν ειδοποιηθεί από τους Βουλγάρους. Άλλωστε, ένα βαρύ και πολυπληθές σώμα, με τόσα μεταγωγικά ζώα, ήταν εύκολος και δυσκολοκρυπτόμενος στόχος, ενώ ο αντάρτικος αυτός αγώνας απαιτούσε ολιγομελή, ευέλικτα σώματα, όπως ήταν τα περισσότερα που έδρασαν στη Μακεδονία, τόσο τα ελληνικά, όσο και τα βουλγάρικα.
Όταν από μακριά επισημάνθηκε το από 600 άνδρες, πεζούς και ιππείς, τούρκικο σώμα, ο Νταφώτης απέφυγε να συγκρουστεί μαζί του, κυρίως γιατί, σ’ αυτή τη φάση, ο εχθρός ήταν οι Βούλγαροι και όχι οι Τούρκοι. Ο αγώνας ήταν να κρατηθεί ο ελληνικός χαρακτήρας της Μακεδονίας και ο αγώνας για την εκδίωξη των Τούρκων θα ακολουθούσε στην ώρα του –όπως και έγινε. Όμως, το τουρκικό σώμα στράφηκε σε καταδίωξη του σώματος του Νταφώτη και ακολούθησε πολύωρη μάχη κοντά στο χωριό Στεφανινά, στην περιοχή «Τρεις Κάμποι», αφού εν τω μεταξύ εμφανίστηκε και δεύτερο, εξ ίσου μεγάλο τουρκικό σώμα. Ο Νταφώτης, αντιμέτωπος πολυάριθμων τακτικών στρατευμάτων, προσπαθεί να απεμπλακεί, πράγμα που καταφέρνει τελικά, αφού όμως έχασε 6 παλικάρια και οι Τούρκοι πολύ μεγαλύτερο αριθμό (70;). Υποχωρώντας ο Νταφώτης, προσπάθησε να φτάσει στον ορεινό όγκο του Χολομώντα, και στη διαδρομή φαίνεται πως συναντάται με τον Χαλκιδικιώτη οπλαρχηγό Αθανάσιο Μινόπουλο, ο οποίος προσπαθεί να τον βοηθήσει να κινήσει με ασφάλεια το σώμα του. Από τη διήγηση του Μινόπουλου (αρχείο Εταιρείας Μακεδ. Σπουδών) φαίνεται ότι ο Νταφώτης δεν συμφωνεί με τις υποδείξεις Μινόπουλου, τελικά όμως, με τη βοήθεια «πρακτόρων» από τα Ζερβοχώρια και τον Άγιο Πρόδρομο (όπου αναφέρεται ο παπα -Δημήτρης Οικονόμου –να έχει σχέση με τον αντιστασιακό από το ίδιο χωριό, δάσκαλο, Αστ. Οικονόμου;), το σώμα του Νταφώτη, περνώντας από το βουνό Σουγλιάνη, φτάνει στη Μονή της Αγ. Αναστασίας, αφού προηγούμενα μοίρασε τα όπλα που κουβαλούσε και τα πολεμοφόδια σε χωριά από τα οποία πέρασε (Μάδυτο, Μόδι, Ζερβοχώρια κλπ). Στο βουνό Σουγλιάνη έγινε επίσης συμπλοκή με τουρκικό σώμα καταδίωξης, ειδοποιημένο από τους Βούλγαρους μεταφορείς που χρησιμοποίησε ο Νταφώτης, όπου έχασε επίσης τρία παλικάρια.

Όμως, δεν ήταν τυχερό να χαθούν τα ίχνη του από τα ισχυρά τουρκικά σώματα που τον αναζητούσαν. Πολλοί προσθέτουν τη σχεδόν βέβαιη άποψη πως η παρουσία του στην ιστορική αυτή Μονή προδόθηκε από βουλγαρικά στοιχεία της περιοχής, του κοντινού χωριού Λειβάδι το πιθανότερο, αφού παντού εύρισκε κανείς Βουλγάρους, ως «ανθρακείς, μυλωθρούς και ποιμένες». Από το Γεν. Ελληνικό Προξενείο Θεσσαλονίκης, ο πρόξενος Λ. Κορομηλάς, που έχει πληροφορηθεί την καταφυγή του Νταφώτη στην Αγία Αναστασία, για να μην προκύψει καταστροφική για τη Μονή εμπλοκή, στέλνει τον υπολοχαγό Δημ. Κάκαβο (που υπηρετούσε στο Προξενείο με το ψευδώνυμο Ζώης), να ειδοποιήσει τον Νταφώτη να απομακρυνθεί από τη Μονή και να καταφύγει ψηλότερα προς το βουνό. Ο Κάκαβος έφτασε στη Μονή μετά τα μεσάνυκτα, (2 Μαϊου), ενώ ήδη ο Νταφώτης είχε προχωρήσει ψηλότερα στο βουνό.
Εδώ θα πρέπει να γίνει αναφορά στη συμμετοχή του Κων. Μπουκουβάλα, ο οποίος μετέχει στο σώμα Νταφώτη από την Αθήνα, αλλά προορίζεται να γίνει συντονιστής του αγώνα στην Αν. Μακεδονία. Ο Μιχ. Καργιωτάκης, αφηγητής σε συμπόσιο του ΙΜΧΑ (βιβλίο Ν. Πασχαλίδη «Ο Μακεδονομάχος Καπετάν Γιάννης Νταφώτης»), αφηγείται: «Εν τω μεταξύ ο Μπουκουβάλας πήρε 20 άντρες και έφυγε προς άγνωστη κατεύθυνση», εννοεί από το χώρο, πάνω από την Αγ. Αναστασία, όπου έχει εγκλωβιστεί το σώμα του Νταφώτη. Όμως, ο Χαλκιδικιώτης Μακεδονομάχος Αθ. Μινόπουλος, στο ίδιο «Συμπόσιο» αφηγείται: «…Τότε –δηλ. νωρίτερα, πριν φύγουν για το βουνό Σουγλιάνη- με πλησίασε ο Μπουκουβάλας και με είπε, είναι ανάγκη να πάω στη Θεσσαλονίκη. Τότε του είπα θα σε κάνουμε παπά και με άλλον ένα παπά θα σας πάει πράκτορας στη Μητρόπολη Θεσ/νίκης. Εχάρηκε με το σχέδιό μου. Επήγα στο μετόχι του Σρόλοκου, τώρα λέγεται Ν. Μάδυτος. Εκεί ήταν ένας καλόγηρος οικονόμος από το μοναστήρι Εσφιγμένου και εκείνος ήταν πράκτορας από το Κέντρον. Αμέσως τον κάναμε παπά και φύγαμε το βράδυ από το Ζαγκλιβέρι…». Είναι ασφαλώς μια άλλη εικόνα, σχετικά με τη συμμετοχή και του στάση του Μπουκουβάλα
Οπωσδήποτε, η θέση του Νταφώτη, ψηλά πάνω από τη Μονή, κοντά στο ξωκλήσι του Αγ. Θεωνά, είναι εξαιρετικά δύσκολη. Το σώμα του είναι ήδη εξαντλημένο, ύστερα από δυο βδομάδες πορείες και συμπλοκές, με πολλές απώλειες, ενώ τα τουρκικά σώματα που τον καταδιώκουν συνεχώς ενισχύονται. Αποφασίζει να αμυνθεί σε μια χαράδρα, χωρίζοντας τους άνδρες του σε δυο μέρη, για να διασπάσει ανάλογα και τους Τούρκους. Οχυρώνεται πίσω από βράχια και αμύνεται, ενώ χρησιμοποιεί ένα ασυνήθιστο όπλο: Ένας από τους άνδρες του, μονόχειρας μάλιστα, κατασκευάζει αυτοσχέδιες βόμβες, τις οποίες εξαπολύει εναντίον των Τούρκων. Πιο πολύ ο εκκωφαντικός κρότος και λιγότερο η αποτελεσματικότητα συντελούν ώστε να αντιμετωπίζονται με επιτυχία οι επιθέσεις των Τούρκων. Ωστόσο, η ολοήμερη μάχη, η εξάντληση, οι απώλειες –έχουν σκοτωθεί ήδη «13* νομάτοι, κι απέ τις Τούρκοι 400» -αριθμός, για τους Τούρκους βέβαια, εξωπραγματικός – επιβάλλουν τη μόνη δυνατή κίνηση που μπορεί να κάνει πλέον ο Νταφώτης: να αποχωρήσει, στη διάρκεια της νύχτας, από το χώρο που είναι εγκλωβισμένος, για να σώσει όσους περισσότερους μπορεί. Η προσωπική του στάση, όπως συμφωνούν όλοι που αναφέρονται σ’ αυτή τη μάχη της Αγ. Αναστασίας –αλλά και στις προηγούμενες μάχες- ήταν ηρωική και αντάξια της θέσης του αρχηγού του σώματος, αλλά και της προσωπικής του ιστορίας. Όμως, τώρα, τη νύχτα, πρέπει να φύγει, αλλά μια αστραφτερή πανσέληνος τον εμποδίζει. Τελικά, ένα σύννεφο που καλύπτει προσωρινά το φεγγάρι, επιτρέπει στο σώμα του Νταφώτη να διαφύγει και να διασκορπιστεί προς όλες τις κατευθύνσεις, αφού λέγεται πως πριν κρέμασαν πολλές κάπες στα πουρνάρια, για να ξεγελάσουν το πρωί τους Τούρκους. Την άλλη μέρα οι Τούρκοι, όταν διαπιστώνουν ότι ο Νταφώτης και οι άνδρες του έχουν φύγει, δίνουν τους Έλληνες νεκρούς στους μοναχούς της Μονής, που τους θάβουν χριστιανικά, ενώ οι Τούρκοι, επί πέντε ημέρες, δεν επιτρέπουν σε κανέναν να πλησιάσει, ώσπου να συλλέξουν τους δικούς τους πολυπληθείς νεκρούς και τραυματίες.
Μόνο μαρτυρίες πια μπορούν να συνθέσουν την τύχη των ανδρών του Νταφώτη, που σκορπίζονται εδώ κι εκεί, μετά τη μάχη: «…εις τα πέριξ ελληνικά χωρία. Ταύτα μετά πολλής προθυμίας, περιέθαλψαν τους τραυματίας, απέκρυψαν τους οπλίτας τους οποίους, δια καταλλήλων ευκαιριών, μεταμφιεσμένους εις χωρικούς, καθωδήγησαν εις Θεσσαλονίκην, οπόθεν εφυγαδεύθησαν ατμοπλοϊκώς δια πλαστών διαβατηρίων..» -(Δ. Κάκαβος). Ο ίδιος ο Νταφώτης, με πέντ’ έξι άλλους, φτάνουν στον Γαλαρινό, κι από κει, μέσα από το ρέμα, στα Βασιλικά, σ’ έναν σταύλο, όπου οι μυημένοι στον αγώνα τούς ντύνουν με εργατικές στολές και, με αγροτικά εργαλεία στον ώμο, φτάνουν, ως εργάτες δήθεν, στη Θεσσαλονίκη, όπου οι πιο πολλοί καταφεύγουν στο Γ. Προξενείο, που είναι το κέντρο του αγώνα. Τον ίδιο το Νταφώτη τον εμφανίζουν ως Γάλλο γιατρό –ήξερε ασφαλώς γαλλικά και είχε γαλλικό διαβατήριο- και τον προωθούν στη Θεσ/νίκη, απ’ όπου φεύγει για την Αθήνα με αυστριακό πλοίο. Άλλοι από τους άνδρες του θα επιβιβαστούν, με τη βοήθεια του Προξενείου, σε πλοία προς την Αθήνα, και άλλοι θα μείνουν και θα ενταχθούν σε άλλα σώματα Μακεδονομάχων.
Υπάρχει ωστόσο και ένα έγγραφο, περίεργο στο σημείο του που αφορά τον Νταφώτη. Είναι της Μονής Εσφιγμένου του Αγ. Όρους, του 1912, και απευθύνεται στον πρωθυπουργό Ελ. Βενιζέλο, όπου, αφού αναφέρεται στη γνωστή θετική στάση της Μονής στην Επανάσταση του 1821, συνεχίζει: « Ταύτα πασίγνωστα τυγχάνουσι και αρμοδίως δύναται η Υμετ. Εξοχότης περί της αληθείας τούτων να πληροφορηθεί. Απλώς δεν αρκείται η Μονή να υπομνήση την του 1904 –προφανώς εννοεί 1905- του σώματος Νταφώτη με προφανή κίνδυνον επ’ αρκετόν απόκρυψιν και την μεταφοράν δια πλοιαρίων εις Σκόπελον» -(ΙΜΧΑ, Συμπόσιο). Από το έγγραφο προκύπτει ότι, κάποιοι από τους άνδρες από το σώμα του Νταφώτη, ίσως ζήτησαν και βρήκαν σωτήριο καταφύγιο στο Άγ. Όρος και ιδιαίτερα στη Μ. Εσφιγμένου η οποία, από το 21 ακόμη, είχε επιδείξει αληθινή πατριωτική στάση, -πρέπει μάλιστα να τονιστεί εδώ η εξαιρετική υπόληψη που έχουν ανέκαθεν οι Κρήτες στο Άγ. Όρος.
Το τελικό συμπέρασμα, σχετικά με τον αγώνα του Νταφώτη και του σώματος των Κρητών, τους οποίους οδήγησε στην ευρύτερη περιοχή μας, μπορεί κάποιος να το δει από διάφορες πλευρές. Άλλος θα πει πως ήταν μια αποτυχία, με πολλά θύματα μάλιστα, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Άλλος θα το κρίνει ως μια φιλόδοξη και όντως πατριωτική προσπάθεια, η οποία ατύχησε λόγω του μεγάλου μεγέθους του σώματος και των επί πλέον όπλων που κουβαλούσε, αλλά και γιατί δεν λειτούργησαν οι συνεννοήσεις με το Προξενείο της Θεσσαλονίκης, πράγμα που οδήγησε σε κατάδοση από τους Βουλγάρους της παρουσίας του σώματος στην τουρκική εξουσία και στην πολύ μεγάλη κινητοποίηση τουρκικού στρατού. Η μάχη των Στεφανινών, η συμπλοκή στο Σουγλιάνι και η τελική φονική μάχη στην Αγ. Αναστασία, δείχνουν τις σθεναρές προσπάθειες του Νταφώτη να αντιμετωπίσει τον τουρκικό στρατό και να στραφεί κατά των βουλγάρικων σωμάτων, που είναι ο αντικειμενικός του σκοπός, τα οποία δεν εμφανίζονται πουθενά για να αντισταθούν στην παρουσία του Νταφώτη. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι τα μικρά βουλγαρικά σώματα, στη θέα του ισχυρού σώματος του Νταφώτη, σκόρπισαν, άλλαξαν εμφάνιση και εμφανίστηκαν ως χωριάτες, καταδίδοντας ωστόσο την παρουσία του Νταφώτη στους Τούρκους. Η αποχώρηση επίσης του Μπουκουβάλα, θεωρήθηκε από ορισμένους ως ισοδύναμη με προδοσία (διήγηση Καργιωτάκη). Σε κάθε περίπτωση, η παρουσία του σώματος Νταφώτη και των παλικαριών του, είναι μια από τις πολλές σελίδες που συνέθεσαν τελικά το έπος του Μακεδονικού Αγώνα, χωρίς τον οποίο ίσως η Μακεδονία δεν θα αποτελούσε σήμερα κομμάτι του εθνικού μας κορμού.
Ο ίδιος ο Νταφώτης πολέμησε αργότερα στους Βαλκανικούς πολέμους, αντάλλαξε πολλές επιστολές με τον Ελ. Βενιζέλο –όχι πάντα σε ήρεμο κλίμα- και τελικά επέστρεψε στο Σουέζ, όπου και πέθανε το 1928. Γι’ αυτόν, ένας άλλος επιφανής Κρητικός Μακεδονομάχος, ο Παύλος Γύπαρης, έγραψε τους παρακάτω στίχους:
Νταφώτη μου ατρόμητε, πέταξε ’πό τον Άδη,
και βάλε κάθε Βούλγαρο κομιτατζή σημάδι.
Γιατί ανέβη η δόξα σου όλα τα σκαλοπάτια,
και κατοικεί χαρούμενη εις τα ψηλά τα κάστρα.
Στα όρη της Χαλκιδικής, που ’ναι συννεφιασμένα,
έχεις με αίμα εχθρικό τόξα ζωγραφισμένα…».
Και ο «δικός» μας σπουδαίος ζωγράφος, ο Πάνος Παπανάκος, ζωγράφισε, πολλά χρόνια αργότερα (1984), τον γνωστό πίνακα της «Μάχης της Αγ. Αναστασίας», πράγμα που δείχνει πως ο Νταφώτης και η μάχη της Αγ. Αναστασίας είχαν περάσει έντονα στη λαϊκή συλλογική μνήμη και εκτίμηση. Στο χρέος λοιπόν όλων μας, να θυμόμαστε και να τιμούμε τους αγώνες και τις θυσίες αυτών που αγωνίστηκαν, ας ενταχθεί και το σημερινό μου σημείωμα. Άλλωστε, στην ίδια ευρύτερη περιοχή, 84 χρόνια πριν, ένας άλλος ήρωας, ο Καπ. Χάψας, πολέμησε με πολυάριθμο τουρκικό στρατό. Δεν νίκησε και αυτός, αλλά η θυσία του παραμένει σύμβολο προσφοράς και πατριωτισμού. Ούτε και ο αγώνας του Π. Μελά, φθινόπωρο του 1904, ήταν νικηφόρος, έμεινε όμως σύμβολο. Πιθανότατα ο αγώνας του Νταφώτη έχει αδικηθεί από τη σύγχρονη ιστοριογραφία και από τη δική μας συλλογική εκτίμηση.
* Ονομαστικά, στη μάχη της Αγ. Αναστασίας, αναφέρονται 11 νεκροί: Ο Νικ. Νταφώτης, ανιψιός και υπασπιστής του, ο μονόχειρας βομβιστής Ζαχ. Φυσαράκης, ο εγγονός του μεγάλου οπλαρχηγού της Κρήτης Μιχ. Κόρακα Αριστοτ. Κωνσταντακάκης, ο Μιχ. Μανουσάκης, ο Νικ. Μπογιατζής, ο Βασ. Σιγάλας, ο Παν. Πρινοκονάς, ο Ι. Γιανναδάκης, ο Ηρ. Σκανδαλάκης, ο Εμ. Χατζημανωλάκης, και ο Δημ. Μαλακός από τη Γαλάτιστα. Ο Μαλακός είχε προσχωρήσει, μαζί με έναν ακόμη χωριανό του στο σώμα Νταφώτη, όταν αυτό πέρασε από το χωριό του, πράγμα που δείχνει ότι ο Νταφώτης και το σώμα του ενέπνεαν στον κόσμο ενθουσιασμό και όχι πανικό –λόγω της καταδίωξής του από τα τουρκικά στρατεύματα.


Δεν υπάρχουν σχόλια: