«Τον άρχοντα τριών δει μέμνησθαι: Πρώτον ότι ανθρώπων άρχει. Δεύτερον ότι κατά νόμους άρχει. Τρίτον ότι ουκ αεί άρχει»

powered by Agones.gr - livescore

Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

Η ΤΥΧΗ ΤΩΝ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ - Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΝΟΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΙΩΤΗ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΥ

Γράφει ο Γιώργος Ζωγραφάκης

Η απίστευτη ομολογία του Τούρκου ηθοποιού Αττίλα Ολγκάτς, στην οποία, χωρίς κανείς να τον πιέσει ή να τον προκαλέσει, ομολόγησε δημόσια, σε ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή, ότι, κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974, εκτέλεσε εν ψυχρώ, στην αρχή έναν δεμένο πισθάγκωνα 19χρονο Κύπριο αιχμάλωτο, και στη συνέχεια άλλους εννιά, μου έφερε στο νου μια μικρή δημοσιογραφική έρευνα, που είχα κάνει το καλοκαίρι του 1999 και είχε δημοσιευτεί σε τοπική εφημερίδα (ΓΝΩΜΗ). Ιδιαίτερα με συγκλόνισε μια συνέντευξη...
που είχα πάρει από τον πατέρα ενός αγνοούμενου, του άτυχου Γιώργου Χαμουργιωτάκη, από τη Ν. Ποτίδαια, την οποία παραθέτω αυτούσια στη συνέχεια, γιατί νομίζω ότι αυτά τα θέματα δεν χάνουν ποτέ την επικαιρότητά τους, ιδιαίτερα μάλιστα σήμερα, που οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί πολλών δολοφονιών αιχμαλώτων, έστω και με καθυστέρηση 35 χρόνων, ομολογούν υπερηφάνως τις δολοφονίες, οι οποίες είναι ωμά εγκλήματα πολέμου.
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε με τον τίτλο: «Κύπρος 1974: Ο λοχίας Γ. Χαμουργιωτάκης 25 χρόνια αγνοούμενος» και συνοδεύτηκε με δυο φωτογραφίες, μία του αγνοούμενου Γιώργου (που μου παραχώρησε ο πατέρας Δημοσθένης Χαμουργιωτάκης) και η άλλη μια φωτογραφία κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Το δημοσίευμα:

« Με σφιγμένη την καρδιά είχα ξεκινήσει για την Ποτίδαια. Πήγαινα να συναντήσω τον κ. Δημοσθένη Χαμουργιωτάκη, πατέρα ενός αγνοούμενου στρατιώτη της ΕΛ.ΔΥ.Κ, που «χάθηκε» το 1974 στην Κύπρο. Μετά τους πρώτους δισταγμούς, είχε δεχτεί να μιλήσουμε για την περίπτωση του γιου του, του 22χρονου τότε Γιώργου, που φέρεται αγνοούμενος από τις 14 Αυγούστου 1974. Χάθηκε μέσα στη δίνη του δεύτερου Αττίλα, στο στρατόπεδο της ΕΛ.ΔΥ.Κ.
Ο κ. Δημοσθένης, ένας απλός και ωραίος άνθρωπος, προσπαθεί να κρύψει τον πόνο και την πίκρα του κάτω από ένα ευγενικό χαμόγελο. Όμως, είναι φανερός ο πόνος του πατέρα που έχασε το παλικάρι του και η πίκρα του γονιού που πιστεύει ότι οι υπεύθυνοι δεν αντιμετώπισαν όπως έπρεπε αρκετούς νεκρούς στρατιώτες και τους έθαψαν χωρίς να τους αναγνωρίσουν, πράγμα που ήταν εύκολο να γίνει.
Προσπαθώντας να βρει άκρη στην υπόθεση της εξαφάνισης του γιου του, ο κ. Δημοσθένης έκανε τρία ταξίδια στην Κύπρο, όπου έμεινε συνολικά πάνω από 7 μήνες. Ρωτούσε παντού, γυρνούσε στις ερημιές και στα βουνά, προσπαθώντας να βρει απάντηση στο ερώτημα «πού είναι ο γιος μου;». «Εσύ, άμα έχανες το γιο σου, τι θα έκανες;», απαντά στην αφελή απορία μου.
ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΠΑΤΡΙΩΤΗΣ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ
Με παράπονο αλλά και υπερηφάνεια μαζί, ο κ. Δημοσθένης μάς πληροφόρησε ότι ο Γιώργος μπορούσε να αποφύγει να στρατευτεί όπως έκαναν τόσοι άλλοι-, αφού σπούδαζε στην Ολλανδία, όπου ζούσαν οικογενειακώς ως μετανάστες.
Σπούδαζε εκεί μηχανικός, και όμως άφησε τις σπουδές του και ήρθε από μόνος του να κάνει τη θητεία του. Στις 20 Ιουλίου, ενώ είχε λήξει η θητεία του, ήταν μέσα στο πολεμικό πλοίο, που πήρε τους 350 στρατιώτες της ΕΛ.ΔΥ.Κ και είχε ξεκινήσει για την Ελλάδα, αλλά βρέθηκε στη δίνη της τουρκικής εισβολής –οι Τούρκοι μάλιστα πίστεψαν ότι το βούλιαξαν.
Οι Έλληνες στρατιώτες βγήκαν στην Πάφο και γύρισαν στο στρατόπεδο, όπου πήραν μέρος στην άμυνα των Κυπρίων κατά των Τούρκων εισβολέων. «Ακόμη, μπορούσε να αποφύγει να είναι μέσα στην ομάδα αυτοκτονίας των επτά –ήταν, μάλιστα, επικεφαλής, αφού ήταν λοχίας- που έμειναν τελευταίοι στο στρατόπεδο, όταν έμπαιναν οι Τούρκοι», συμπληρώνει ο ανεψιός του κ. Δημοσθένη, ο Κώστας, που τονίζει ιδιαίτερα «πόσο Έλληνας αισθανόταν ο Γιώργος».
Εδώ ο κ. Δημοσθένης εκφράζει την πικρία: «Δεν κράτησαν άμυνα, για να καλύψουν τους επτά, να τους δώσουν τη δυνατότητα να φύγουν», εννοώντας ότι τους άφησαν ακάλυπτους μπροστά στα τουρκικά άρματα, ενώ η δύναμη της ΕΛ.ΔΥ.Κ. υποχώρησε προς το βουνό Τρόοδος.
Τι πιστεύετε, λοιπόν, ότι έγινε με τον Γιώργο;
Άκουσε. Τους άφησαν ακάλυπτους κι απροστάτευτους… Βρήκα έναν άλλο λοχία και μου είπε: «Τον συνάντησα όταν πήγα στην Κύπρο». Μου είπε επί λέξει: «Μπάρμπα, δεν θέλω να σε πικράνω, αλλά ούτε και να σε γλυκάνω. 99,5% τον έχεις σκοτωμένο και 0,5% ζωντανό. Αυτό πιστεύω εγώ»…
Αυτό πιστεύετε κι εσείς, κ. Δημοσθένη;
Βεβαίως, αυτό πιστεύω. 99,5% είναι σκοτωμένος.
Κύριε Δημοσθένη, ας πάρουμε το μισό στα εκατό. Ας πούμε ότι ο Γιώργος πιάστηκε αιχμάλωτος και οδηγήθηκε στην Τουρκία. Πιστεύετε εσείς –αν έγινε έτσι- ότι δε μπορεί να είναι ζωντανός;
Όχι, όχι. Εγώ είχα βρει έναν Κούρδο. Στην Ολλανδία. Είχε αρνηθεί να πάει με τη φάλαγγα των εκτελέσεων και τον έριξαν στη φυλακή… Συζητούσαμε πολλά. Μου έλεγε, λοιπόν, ότι κάθε βράδυ, δέκα αμάξια κόσμο, 200 άτομα τα πηγαίνανε για εκτέλεση. Και να τον είχαν πιάσει ζωντανό, οι Τούρκοι «καθάριζαν» πρώτα –πρώτα τους Έλληνες και μετά τους Κύπριους…
Πιστεύετε ότι αυτές οι εκτελέσεις γίνονταν από τον επίσημο τουρκικό στρατό ή από παραστρατιωτικές οργανώσεις, όπως ήταν του Ντεκτάς;
Από τον επίσημο στρατό γίνονταν. Ήταν αυτοκίνητα από τα Άδανα και από τη Μερσίνα.
Πιστεύετε, λοιπόν, ότι, όσους πιάνανε…
Ναι. Τους «καθαρίσανε»…
Αφού, λοιπόν, το Γιώργο δεν τον πιάσανε αιχμάλωτο, αλλά σκοτώθηκε εκεί, στην τουρκική επίθεση, γιατί τον έχουν ως αγνοούμενο;
Γιατί έχουν θάψει 32 άτομα ως «άγνωστους στρατιώτες»!
Και γιατί τους έθαψαν χωρίς να προσπαθήσουν να τους αναγνωρίσουν και να ξέρετε κι εσείς κι οι άλλοι γονείς τι έγιναν τα παιδιά σας;
Γι’ αυτό φταίει ένας Έλληνας συνταγματάρχης (σημ.: μας λέει και το όνομά του). Αυτός είχε την ευθύνη να κάνει την ταφή των νεκρών. Όμως αυτός, στις 19 Αυγούστου, με βουλωμένη τη μύτη του μ’ ένα πανί (βλέπεις, μύριζαν οι νεκροί, ήταν και καλοκαίρι) λέει στο νεκροθάφτη: «Θάψε τους αυτούς, ξέρουμε ποιοι είναι». Τους έθαψε, λοιπόν, ο νεκροθάφτης. Όμως, όταν μετά από τρεις βδομάδες πήγε ξανά εκεί ο νεκροθάφτης, είδε να γράφει πάνω στις πλάκες αυτών των 32: «Άγνωστος στρατιώτης»!
Δηλαδή, κ. Δημοσθένη, ένας Έλληνας συνταγματάρχης, ο οποίος είχε την ευθύνη να θάψει τους νεκρούς στρατιώτες, αφού τους αναγνωρίσει, να γράψει τ’ όνομά τους σ’ ένα σταυρό, για να ενημερωθούν στη συνέχεια υπεύθυνα οι οικογένειές τους, αυτός λοιπόν δεν έκανε το χρέος του. Τους «παράχωσε» χωρίς να τους αναγνωρίσει. Γιατί;
Γιατί τον ενοχλούσε η μυρωδιά από τα παιδιά. Ήθελε να τελειώσει και να φύγει. Ο νεκροθάφτης μου ’δωσε γραπτή ομολογία ότι του είπε: «Θάψε, και ξέρουμε ποιοι είναι» και μου είπε να κάνω μήνυση.
Η ΜΑΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ
Πιστεύετε, λοιπόν, ότι μέσα σ’ αυτούς τους «άγνωστους στρατιώτες» είναι και ο Γιώργος;
Εγώ δεν τον περιμένω πια. Η μάνα περιμένει.
Πέστε μου για τη μάνα –και συγνώμη που αναφέρομαι ειδικά σ’ αυτήν. Αλλά κατάλαβα, από το τηλεφώνημα ακόμη με τον Κώστα, πως η μάνα δεν το ’χει πάρει απόφαση (σημ.: εννοούσα το τηλεφώνημα με τον ανεψιό του).
Η μάνα, όλη νύχτα, δε μπορεί να κοιμηθεί.
Ακόμα τώρα;
Ακόμα. Μόλις περπατάει στα 200 μέτρα άνθρωπος, αν του μοιάζει, αν μοιάζει η φωνή του, κοντοστέκεται, της κόβεται η ανάσα.
Ακόμα τώρα; 25 χρόνια μετά; Ακόμα περιμένει;
Περιμένει για… (κομπιάζει)
Η ελπίδα ζει στη μάνα. Είναι συγκλονιστικό…
Η ελπίδα δεν κόβεται, αλλά εγώ πιστεύω ότι όλοι αυτοί οι αγνοούμενοι είναι σκοτωμένοι. Μέσα στα 52 τμήματα, που είναι στα Λακατάμια, στα 32 λέει «άγνωστος στρατιώτης». Ο νεκροθάφτης μου είπε, ότι τα πιο πολλά παιδιά ήταν «ολοκάθαρα», αρτιμελή, και μπορούσαν να αναγνωριστούν. Αν ήταν αξιωματικοί από την ΕΛ.ΔΥ.Κ. θα αναγνωρίζονταν τα παιδιά. Απλώς, έστειλαν αυτόν τον άσχετο…
ΤΙ ΕΚΑΝΕ Η ΕΠΙΣΗΜΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ – ΑΠΕΓΝΩΣΜΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ
ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Τι έκανε η επίσημη πολιτεία; Πώς σας ενημέρωσε;
Ήρθε ένας αξιωματικός εδώ πέρα και μας έδωσε το χαρτί.
Τι έλεγε αυτό το χαρτί;
Ότι αγνοείται η τύχη του Γιώργου… Ότι «εξηφανίσθη» στο τάδε ύψωμα και τέτοια. Μετά απ’ αυτό, εγώ πήρα το καράβι και κάτω.
Πότε έγινε αυτό;
Το ’74, το Σεπτέμβριο. Μισό μήνα μετά. Ως τότε δεν ξέραμε τίποτα. Μόλις πήρα το χαρτί, ετοιμάστηκα και έφυγα. Ως τότε δεν ξέραμε τι έγινε. Ήμασταν μέσα στην αγωνία.
Πήγατε, λοιπόν, στην Κύπρο. Πόσο μείνατε εκεί;
Έμεινα μιάμιση-δυο εβδομάδες. Γύρισα πίσω. Παίρνω το αυτοκίνητο και πάω στην Ολλανδία. Παίρνω πάλι το αεροπλάνο και κατεβαίνω στην Αθήνα. Από κει, με το καράβι, πάω στην Κύπρο. Κάθομαι εκεί δυο τρεις μήνες.
Όταν γύρισα πίσω, στην Ολλανδία, με πήγαν στο ψυχιατρείο. Μου έβαζαν κάτι ενέσεις που, από το πρωί, ξυπνούσα την άλλη μέρα το βράδυ… Ο γιατρός μου έδωσε ανοικτή άδεια, όσο θέλω να μείνω…
Λοιπόν, κ. Δημοσθένη, πήγατε ξανά στην Κύπρο και κάνατε δυόμιση –τρεις μήνες. Τι κάνατε εκεί τόσο διάστημα;
Γύριζα στα βουνά.
Στα βουνά; Τι ψάχνατε να βρείτε εκεί;
Μήπως ξέρω κι εγώ; Η τρέλα. Εσύ, άμα είχες το παιδί σου χαμένο, τι θα έκανες;
Μετά το δεύτερο ταξίδι γυρίσατε στην Ολλανδία. Στην Κύπρο ξαναπήγατε;
Πήρα ξανά άδεια, ξαναπηγαίνω κάτω.
Πότε;
Σύντομα. Δεν έκανα πολύ καιρό. Συνέχεια Ολλανδία –Ποτίδαια – Αθήνα –Κύπρο. Συνολικά, σου λέω, πάνω από 7 μήνες έκανα στην Κύπρο. Είχα 56.000 φιορίνια και δεν έμεινε μία.
Και το συμπέρασμά σας, απ’ όλο αυτό το ψάξιμο, είναι ότι ο Γιώργος, όχι μόνο χάθηκε, αλλά αδικοχάθηκε…
Ακριβώς.
ΤΩΡΑ ΨΑΧΝΟΥΝ ΤΟ DNA
Από τότε είχατε κάποια εξέλιξη;
Μόνο φέτος, (σημ.: το 1999), το Γενάρη, με πήρανε τηλέφωνο από το επιτελείο, να πάμε στην Κύπρο, να δώσουμε αίμα. Δεν μπορούσα τότε –είναι, βλέπεις, τα έξοδα πολλά- ήμουν στο εξωτερικό. Αργότερα, τον Απρίλη, με πήρε ένας στρατιωτικός γιατρός από το «424» και μου είπε να πάω εκεί, εγώ και η γυναίκα μου, να δώσουμε αίμα.
Τι αίμα ήταν αυτό;
Ήταν για το DNA. Για να το συγκρίνουμε με τα οστά.
Πήγατε;
Ναι, πήγαμε. Δώσαμε.
Α, κάτι είναι κι αυτό, κ. Δημοσθένη. Επί τέλους, μπορεί να δοθεί μια απάντηση. Υποθέτω ότι δεν πήρατε ακόμη απάντηση.
Όχι ακόμη. Δεν ξέρω τι έγινε.
Επιτρέψτε μου να σας κάνω μια πολύ προσωπική ερώτηση: Τι θα θέλατε να δείξει αυτή η εξέταση;
Κοίτα να δεις. Ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος πατέρας είμαι. Αυτό που θέλω, είναι να δοθεί ένα τέλος στην αγωνία μας. Γιατί εγώ, καλά. Βγαίνω και στο καφενείο, πίνω και κανένα ούζο. Όμως, για ρώτα τη γυναίκα…
Η ΘΥΣΙΑ ΤΟΥΣ ΕΧΕΙ ΞΕΧΑΣΤΕΙ
Ξανάρχεται η κουβέντα στο Γιώργο. Στα πατριωτικά του αισθήματα. Στο πως ήρθε να υπηρετήσει και να πολεμήσει, ενώ μπορούσε να το αποφύγει. Στον άδικο χαμό του.
Συζητάμε ακόμη για την κοινωνία της Χαλκιδικής, αν έχει τιμήσει τα θύματα της Κύπρου του ’74. Για ένα μνημείο, για ένα τιμητικό μνημόσυνο. Συμφωνούμε πως είναι επιδεικτικώς απούσα. 25 χρόνια μετά, η θυσία τους έχει ξεχαστεί.
Αυτοί, βέβαια, που δεν έχουν ξεχάσει, είναι οι μανάδες και οι πατεράδες τους, οι πικραμένες και χαροκαμένες οικογένειές τους. Η μάνα, που ακόμη δε μπορεί να κοιμηθεί. Που κοντοστέκεται αλαφιασμένη στο δρόμο, όταν κάποιος μοιάζει με τον «αγνοούμενο» Γιώργο της. Ο πατέρας, που γυρνούσε μήνες στα βουνά της Κύπρου, ψάχνοντας σαν τρελός, που και σήμερα προσπαθεί να κρύψει –χωρίς επιτυχία- τον πόνο για τον χαμό του Γιώργου και την πίκρα του για τη συμπεριφορά του συνταγματάρχη απέναντι στους νεκρούς.
Ευχαρίστησα τον Δημοσθένη Χαμουργιωτάκη, που δέχτηκε να μου μιλήσει, που δέχτηκε να κάνει αυτή την «εκ βαθέων» εξομολόγησή του.
Καταλαβαίνω τις άλλες οικογένειες, που αρνήθηκαν ευγενικά. Που εξακολουθούν να κρατούν τον πόνο τους ως εντελώς προσωπική τους υπόθεση. Ωστόσο, πριν απ’ όλα, τα 25 χρόνια, που συμπληρώνονται φέτος από το δραματικό εκείνο καλοκαίρι του 74, είναι για τις οικογένειες των θυμάτων χρόνος ελάχιστος, για να τις κάνει να ξεχάσουν. Ζουν ακόμη τα γεγονότα αυτά, σαν να έγιναν χτες. Ο χρόνος έχει σταματήσει εκεί. Στον Ιούλιο, στον Αύγουστο του ’74.
Η μνήμη των χαμένων παλικαριών είναι πάντα ολοζώντανη».


Αυτή ήταν η συνέντευξη με τον πατέρα του αγνοούμενου Γιώργου. Στη συνέχεια δεν επικοινώνησα ξανά για να μάθω μήπως είχαν κάποιο αποτέλεσμα οι απεγνωσμένες προσπάθειες του κυρ Δημοσθένη, που ζητούσε μάταια μια απάντηση «τι έγινε ο γιος μου» και της τραγικής μάνας που νόμιζε πως τον έβλεπε παντού. Δεν ολοκλήρωσα καν αυτή την έρευνα, είχα ωστόσο και κάποιες άλλες συνεντεύξεις και πληροφορίες. Ώσπου προχτές, δέκα χρόνια σχεδόν μετά, με αφορμή την απίστευτη ομολογία του Τούρκου «καλλιτέχνη» Αττίλα (τι ειρωνία, «Αττίλας» ήταν η ονομασία της …ειρηνευτικής επέμβασης των Τούρκων στην Κύπρο, τον Ιούλιο του ’74), ότι εκτέλεσε 10 Κύπριους αιχμαλώτους, θυμήθηκα τον άτυχο Γιώργο από την Ποτίδαια. Θέλησα να μάθω τι απέγινε με τις έρευνες του πατέρα του. Η πληροφόρηση που πήρα ήταν απογοητευτική: Ο κυρ Δημοσθένης πέθανε πριν κοντά δυο χρόνια. Έφυγε, σχετικά νέος, χωρίς να βρει μια απάντηση στο εναγώνιο ερώτημά του, τι έγινε ο Γιώργος; Θα τον βρει άραγε εκεί στους ουρανούς, θύμα κι αυτόν κάποιου ηρωικού Αττίλα ή μήπως δικαιωθεί κάποια στιγμή η τραγική μάνα που, ακόμη και σήμερα, περιμένει και ελπίζει πως, 35 χρόνια μετά, ο Γιώργος ζει και αδυνατεί να επικοινωνήσει με τους δικούς του! Καημένη μάνα. Πρέπει ακόμη να σημειώσω πως δεν υπήρξε απάντηση για το DNA, που θα πει ότι ο Γιώργος δεν ήταν ένας από τους «άγνωστους στρατιώτες» που ήταν θαμμένοι κάπου στην Κύπρο. Περιήλθε, λοιπόν, στα …ειρηνευτικά τουρκικά στρατεύματα. Τι απέγινε;

Δεν υπάρχουν σχόλια: