Του Νίκου Χ. Βαρσακέλη*
Άκουσα τον πρωθυπουργό και τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να λένε ότι «πρέπει να μειωθεί το μισθολογικό κόστος για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας». Πρωτοφανής λογική. Όσο μειώνεται το μισθολογικό κόστος αυξάνεται η «ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας. Συνεπώς, με μηδέν μισθολογικό κόστος η «ανταγωνιστικότητα» θα τείνει στο άπειρο! Με την λογική τους η πιο ανταγωνιστική χώρα στον κόσμο είναι η Σομαλία. Τρελό; Και όμως αυτό λένε.
Και καλά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ως...
παλιός δημοσιογράφος μπορεί να μην καταλαβαίνει. Ο κ. Παπαδήμος όμως;
Με βάση την άποψη που εξέφρασαν οι παραπάνω, το μισθολογικό κόστος στην Ελλάδα είναι υψηλό. Και γι αυτό ας κοπεί ο 13ος και 14ος μισθός, ας μειωθούν οι κοινωνικές εισφορές κ.α. Μερικοί διατείνονται ότι πρέπει να συνδεθεί η αμοιβή με την παραγωγικότητα. Είναι όμως το μισθολογικό κόστος της χώρας υψηλό; Ως επιστήμονες πρέπει να μιλάμε μόνο χρησιμοποιώντας στοιχεία και όχι με θεωρητικολογίες τύπου καφενείου.
Για να ελέγξω τα παραπάνω προσέφυγα στην Eurostat. Δυστυχώς, τα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει είναι μέχρι το 2008, όμως δίνουν μια πολύ εικόνα της χώρας μέχρι τότε. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα στοιχεία για το μέσο μισθολογικό κόστος, την μέση παραγωγικότητα της εργασίας και για τον λόγο της μέσης παραγωγικότητας της εργασίας προς το μέσο μισθολογικό κόστος. Στον πίνακα παρουσιάζεται ο μέσος όρος του κάθε δείκτη για την περίοδο 1999-2008 και για κάθε χώρα της ΕΕ για το σύνολο της βιομηχανίας-μεταποίησης , δηλαδή τον τομέα που παράγει τα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και είναι ο τομέας τον οποίο αφορά η «ανταγωνιστικότητα».
Η Eurostat ορίζει το εργασιακό κόστος (personnel cost) ως τις συνολικές ετήσιες καταβολές που κάνει μια επιχείρηση προς τους εργαζομένους και συμπεριλαμβάνει τους φόρους και τοις κοινωνικές εισφορές. Άρα σύμφωνα με την Eurostat στο εργασιακό κόστος περιλαμβάνεται κάθε καταβολή που κάνει η επιχείρηση, δηλαδή, και ο 13ος και ο 14ος μισθός. Η Eurostat παρουσιάζει το μέσο ετήσιο εργασιακό κόστος που προκύπτει από τον λόγο του συνολικού ετήσιου εργασιακού κόστους προς τον αριθμό των εργαζομένων. Η μέση ετήσια παραγωγικότητα της εργασίας ορίζεται από την Eurostat ως ο λόγος της ετήσιας ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας μιας επιχειρήσεις προς τον αριθμό των εργαζομένων και είναι εκφρασμένη σε χιλιάδες ευρώ. Τέλος, η Eurostat υπολογίζει τον λόγο «μέση παραγωγικότητα προς μέσο εργασιακό κόστος». Ο λόγος δίνεται σε ποσοστό. Εάν ο λόγος είναι μεγαλύτερος από το 100 τότε η μέση παραγωγικότητα της εργασίας είναι μεγαλύτερη από το μέσο εργασιακό κόστος. Όσο μεγαλύτερος ο λόγος τόσο μεγαλύτερη η απόκλιση αυτή.
Όπως φαίνεται καθαρά από τον πίνακα, το μέσο ετήσιο εργασιακό κόστος στην Ελλάδα κατά την δεκαετία του 2000 ήταν χαμηλότερο από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ, 24,5 χιλιάδες ευρώ έναντι 25,9 του μέσου όρου. Το εργασιακό κόστος ήταν μικρότερο από το αντίστοιχο της Ισπανίας και από αυτό των χωρών της ΕΕ-15 πλην της Πορτογαλίας. Το μέσο εργασιακό κόστος ήταν υψηλότερο από τις χώρες που μπήκαν μετά στην ΕΕ και κυρίως στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Όμως αυτό είναι λογικό, καθώς η χώρα μας αναπτύσσεται επί μια 60ετία στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς, εν αντιθέσει προς τις χώρες του πρώην σοσιαλιστικού μπλοκ που έχουν ενταχτεί στο σύστημα της αγορά εδώ και 20 χρόνια και υπέστησαν το πραγματικό σοκ της μετάβασης.
Στην δεύτερη στήλη παρουσιάζεται η μέση παραγωγικότητα της εργασίας. Η μέση παραγωγικότητα της εργασίας (37,3 χιλιάδες ανά εργαζόμενο) είναι χαμηλότερη από τον μέσο όρο των χώρων της ΕΕ (43,4 χιλιάδες ευρώ ανά εργαζόμενο). Αυτό το γεγονός αντικατοπτρίζει τις μεγάλες παθογένειες του ιδιωτικού τομέα, ως γενική εικόνα: τα συστήματα οργάνωσης και διοίκησης, η τεχνολογία, η ποιότητα του κεφαλαίου, το επίπεδο του εκπαιδευτικού συστήματος, η γραφειοκρατία, κ.α. Όμως η μέση παραγωγικότητα της εργασίας εξακολουθεί να παραμένει υψηλότερη από την αντίστοιχη των χώρων της Ανατολικής Ευρώπης αλλά απέχει σημαντικά από τις χώρες τους βορά. Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι η χώρα με την υψηλότερη μέση παραγωγικότητα κατά την δεκαετία του 2000 ήταν η Ιρλανδία με 151,5 χιλιάδες ευρώ ανά εργαζόμενο. Οι υπόλοιπες αναπτυγμένες χώρες παράγουν με σχεδόν διπλασία παραγωγικότητα έναντι της Ελλάδος.
Εάν τώρα διαιρέσουμε την μέση παραγωγικότητα της εργασίας με το μέσο εργασιακό κόστος παίρνουμε έναν δείκτη που σε εκατοστιαίες μονάδες δείχνει πόσο καλά αξιοποιούνται οι εργασιακοί πόροι για τους οποίους πληρώνει η επιχείρηση το εργασιακό κόστος. Όπως φαίνεται από τον πίνακα, ο λόγος αυτός για την Ελλάδα ήταν 152, 4%, χαμηλότερος από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ που ήταν 171,2%. Είναι όμως πολύ ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι η αποδοτικότητα της ελληνικής μεταποίησης είναι υψηλότερη από την αντίστοιχη χωρών όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Δανία κ.α. Εάν λάβουμε υπόψη ότι η μέση παραγωγικότητα της εργασίας είναι κάτω από το μισό των χωρών αυτών, τότε το μέσο εργασιακό κόστος είναι αρκετά χαμηλότερο από αυτό που θα αντιστοιχούσε στην μέση παραγωγικότητα της εργασίας σε σχέση με τις χώρες αυτές.
Εάν έχω δίκιο, τότε κ. Πρωθυπουργέ Καληνύχτα!
(*Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)
http://www.antinews.gr/2012/01/18/143420/
Άκουσα τον πρωθυπουργό και τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να λένε ότι «πρέπει να μειωθεί το μισθολογικό κόστος για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας». Πρωτοφανής λογική. Όσο μειώνεται το μισθολογικό κόστος αυξάνεται η «ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας. Συνεπώς, με μηδέν μισθολογικό κόστος η «ανταγωνιστικότητα» θα τείνει στο άπειρο! Με την λογική τους η πιο ανταγωνιστική χώρα στον κόσμο είναι η Σομαλία. Τρελό; Και όμως αυτό λένε.
Και καλά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ως...
παλιός δημοσιογράφος μπορεί να μην καταλαβαίνει. Ο κ. Παπαδήμος όμως;
Με βάση την άποψη που εξέφρασαν οι παραπάνω, το μισθολογικό κόστος στην Ελλάδα είναι υψηλό. Και γι αυτό ας κοπεί ο 13ος και 14ος μισθός, ας μειωθούν οι κοινωνικές εισφορές κ.α. Μερικοί διατείνονται ότι πρέπει να συνδεθεί η αμοιβή με την παραγωγικότητα. Είναι όμως το μισθολογικό κόστος της χώρας υψηλό; Ως επιστήμονες πρέπει να μιλάμε μόνο χρησιμοποιώντας στοιχεία και όχι με θεωρητικολογίες τύπου καφενείου.
Για να ελέγξω τα παραπάνω προσέφυγα στην Eurostat. Δυστυχώς, τα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει είναι μέχρι το 2008, όμως δίνουν μια πολύ εικόνα της χώρας μέχρι τότε. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα στοιχεία για το μέσο μισθολογικό κόστος, την μέση παραγωγικότητα της εργασίας και για τον λόγο της μέσης παραγωγικότητας της εργασίας προς το μέσο μισθολογικό κόστος. Στον πίνακα παρουσιάζεται ο μέσος όρος του κάθε δείκτη για την περίοδο 1999-2008 και για κάθε χώρα της ΕΕ για το σύνολο της βιομηχανίας-μεταποίησης , δηλαδή τον τομέα που παράγει τα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και είναι ο τομέας τον οποίο αφορά η «ανταγωνιστικότητα».
Η Eurostat ορίζει το εργασιακό κόστος (personnel cost) ως τις συνολικές ετήσιες καταβολές που κάνει μια επιχείρηση προς τους εργαζομένους και συμπεριλαμβάνει τους φόρους και τοις κοινωνικές εισφορές. Άρα σύμφωνα με την Eurostat στο εργασιακό κόστος περιλαμβάνεται κάθε καταβολή που κάνει η επιχείρηση, δηλαδή, και ο 13ος και ο 14ος μισθός. Η Eurostat παρουσιάζει το μέσο ετήσιο εργασιακό κόστος που προκύπτει από τον λόγο του συνολικού ετήσιου εργασιακού κόστους προς τον αριθμό των εργαζομένων. Η μέση ετήσια παραγωγικότητα της εργασίας ορίζεται από την Eurostat ως ο λόγος της ετήσιας ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας μιας επιχειρήσεις προς τον αριθμό των εργαζομένων και είναι εκφρασμένη σε χιλιάδες ευρώ. Τέλος, η Eurostat υπολογίζει τον λόγο «μέση παραγωγικότητα προς μέσο εργασιακό κόστος». Ο λόγος δίνεται σε ποσοστό. Εάν ο λόγος είναι μεγαλύτερος από το 100 τότε η μέση παραγωγικότητα της εργασίας είναι μεγαλύτερη από το μέσο εργασιακό κόστος. Όσο μεγαλύτερος ο λόγος τόσο μεγαλύτερη η απόκλιση αυτή.
Όπως φαίνεται καθαρά από τον πίνακα, το μέσο ετήσιο εργασιακό κόστος στην Ελλάδα κατά την δεκαετία του 2000 ήταν χαμηλότερο από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ, 24,5 χιλιάδες ευρώ έναντι 25,9 του μέσου όρου. Το εργασιακό κόστος ήταν μικρότερο από το αντίστοιχο της Ισπανίας και από αυτό των χωρών της ΕΕ-15 πλην της Πορτογαλίας. Το μέσο εργασιακό κόστος ήταν υψηλότερο από τις χώρες που μπήκαν μετά στην ΕΕ και κυρίως στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Όμως αυτό είναι λογικό, καθώς η χώρα μας αναπτύσσεται επί μια 60ετία στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς, εν αντιθέσει προς τις χώρες του πρώην σοσιαλιστικού μπλοκ που έχουν ενταχτεί στο σύστημα της αγορά εδώ και 20 χρόνια και υπέστησαν το πραγματικό σοκ της μετάβασης.
Στην δεύτερη στήλη παρουσιάζεται η μέση παραγωγικότητα της εργασίας. Η μέση παραγωγικότητα της εργασίας (37,3 χιλιάδες ανά εργαζόμενο) είναι χαμηλότερη από τον μέσο όρο των χώρων της ΕΕ (43,4 χιλιάδες ευρώ ανά εργαζόμενο). Αυτό το γεγονός αντικατοπτρίζει τις μεγάλες παθογένειες του ιδιωτικού τομέα, ως γενική εικόνα: τα συστήματα οργάνωσης και διοίκησης, η τεχνολογία, η ποιότητα του κεφαλαίου, το επίπεδο του εκπαιδευτικού συστήματος, η γραφειοκρατία, κ.α. Όμως η μέση παραγωγικότητα της εργασίας εξακολουθεί να παραμένει υψηλότερη από την αντίστοιχη των χώρων της Ανατολικής Ευρώπης αλλά απέχει σημαντικά από τις χώρες τους βορά. Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι η χώρα με την υψηλότερη μέση παραγωγικότητα κατά την δεκαετία του 2000 ήταν η Ιρλανδία με 151,5 χιλιάδες ευρώ ανά εργαζόμενο. Οι υπόλοιπες αναπτυγμένες χώρες παράγουν με σχεδόν διπλασία παραγωγικότητα έναντι της Ελλάδος.
Εάν τώρα διαιρέσουμε την μέση παραγωγικότητα της εργασίας με το μέσο εργασιακό κόστος παίρνουμε έναν δείκτη που σε εκατοστιαίες μονάδες δείχνει πόσο καλά αξιοποιούνται οι εργασιακοί πόροι για τους οποίους πληρώνει η επιχείρηση το εργασιακό κόστος. Όπως φαίνεται από τον πίνακα, ο λόγος αυτός για την Ελλάδα ήταν 152, 4%, χαμηλότερος από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ που ήταν 171,2%. Είναι όμως πολύ ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι η αποδοτικότητα της ελληνικής μεταποίησης είναι υψηλότερη από την αντίστοιχη χωρών όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Δανία κ.α. Εάν λάβουμε υπόψη ότι η μέση παραγωγικότητα της εργασίας είναι κάτω από το μισό των χωρών αυτών, τότε το μέσο εργασιακό κόστος είναι αρκετά χαμηλότερο από αυτό που θα αντιστοιχούσε στην μέση παραγωγικότητα της εργασίας σε σχέση με τις χώρες αυτές.
Εάν έχω δίκιο, τότε κ. Πρωθυπουργέ Καληνύχτα!
(*Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)
http://www.antinews.gr/2012/01/18/143420/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου