«Τον άρχοντα τριών δει μέμνησθαι: Πρώτον ότι ανθρώπων άρχει. Δεύτερον ότι κατά νόμους άρχει. Τρίτον ότι ουκ αεί άρχει»

powered by Agones.gr - livescore

Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2021

Σχετικά με τον Μακεδονικόν Αγώνα

Γράφει ο Γιώργος Ζωγραφάκης

(απόσπασμα από το βιβλίο μου «ΤΟ ΚΡΗΤΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ σ. 107 κ. ε.)

Τον Αύγουστο, λοιπόν, του 1904, ο Μελάς ορίστηκε από το Μακεδονικό Κομιτάτο της Αθήνας γενικός αρχηγός των σωμάτων στην περιοχή Μοναστηρίου – Καστοριάς και, με πλαστό διαβατήριο και όνομα Μίκης Ζέζας, επικεφαλής τμήματος ένδεκα ανδρών, (από τους οποίους οι δέκα ήταν Κρητικοί), πέρασε τα σύνορα (τέλος Αυγούστου). Σχεδόν ταυτόχρονα, δύο ακόμη ολιγομελή σώματα, ένα υπό τον Π. Κύρου και δεύτερο υπό τον (γνωστό μας) Ευθ. Καούδη, μπήκαν στη Μακεδονία, ενώ οι Τσόντος και Κατεχάκης ετοίμαζαν άλλα σώματα. 

  Η παρουσία του Μελά σε διάφορα χωριά της Δ. Μακεδονίας εμψύχωνε το...

φοβισμένο λαό και ολόκληρα χωριά, εξαναγκασμένα από τους κομιτατζήδες να ενταχθούν στην Εξαρχία, επέστρεφαν στο Πατριαρχείο,-επέστρεφαν δηλαδή στον μακεδονικό ελληνισμό. Αν και ξένος προς τη βαρβαρότητα του ιδιόμορφου αυτού αγώνα ο Π. Μελάς, συνειδητοποίησε σύντομα πως η βία των εξαρχικών μόνο με βία μπορούσε να αντιμετωπιστεί. Δημιούργησε έτσι ολιγομελείς ομάδες κατά χωριό για την προστασία του. Μαζί είχε ενωθεί τώρα και ο Καραλίβανος, παλιός υπαξιωματικός και πλέον λησταντάρτης. Έτσι το σώα του Μελά ξεπερνούσε τώρα τους 70 ενόπλους. Οι κομιτατζήδες δεν τολμούσαν να εμφανιστούν απέναντί του. 

 Ο θάνατος του Παύλου Μελά: Στις 12 Οκτωβρίου (1904), ο Μελάς βρέθηκε στη Στάτιστα (σημερινό όνομα του χωριού: Π. Μελάς), όπου κατέφυγε ύστερα από δυνατή νεροποντή και όπου το σώμα του κατέφυγε σε διάφορα οικήματα. Την επομένη το πρωί (13 Οκτωβρίου), εμφανίστηκε ξαφνικά ισχυρό απόσπασμα τουρκικού στρατού. Ο Μελάς και οι άνδρες του προσπάθησαν να κρυφτούν για να το αποφύγουν, όμως οι Βούλγαροι (Μήτρο Βλάχος κ. ά.), είχαν ειδοποιήσει τους Τούρκους, οπότε άρχισε μια συμπλοκή των Τούρκων και του σώματος του Μελά. Στην προσπάθειά του να μετακινηθεί, ο Μελάς δέχτηκε σφαίρα στη μέση και εξέπνευσε σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι άνδρες του σώματός του διέφυγαν και ο Πύρζας άφησε το σώμα του Μελά στους κατοίκους του χωριού, οι οποίοι το έθαψαν. Όμως, σε λίγες μέρες, οι άνδρες του δοκίμασαν να πάρουν το σώμα του, αλλά, ενώ το ξέθαβαν, φάνηκε πάλι τουρκικός στρατός και, βιαστικά, απέκοψαν το κεφάλι και άφησαν το σώμα, το οποίο πήραν οι Τούρκοι και το πήγαν στην Καστοριά. Το κεφάλι του Μελά έθαψε, μπροστά στην Ωραία Πύλη της Αγ. Παρασκευής, στο Πισοδέρι, ο παπα-Σταύρος. Οι Τούρκοι, μη γνωρίζοντας σε ποιον ανήκε το ακέφαλο σώμα, δέχτηκαν τελικά τα επίμονα αιτήματα του Γερμ. Καραβαγγέλη και του παρέδωσαν το σώμα, το οποίο ο Μητροπολίτης έθαψε στο ναό των Ταξιαρχών, κοντά στη Μητρόπολη.

  Η θλιβερή είδηση για το θάνατο του Π. Μελά διαδόθηκε αστραπιαία στην Αθήνα και συγκλόνισε όλο τον ελληνισμό. Θεωρήθηκε, και δικαίως, μια σημαντική θυσία στον εθνικό αγώνα για την ελληνικότητα της Μακεδονίας. Και, ενώ ως τότε, αυτοί που «έτρεχαν» για τη Μακεδονία ήταν πολύ λίγοι, τώρα πλέον, αξιωματικοί και απλός κόσμος, έσπευδαν στο δρόμο που είχε χαράξει ο Π. Μελάς και οι άλλοι πρωτοπόροι. Ένα υπνώτον έθνος, αφυπνίστηκε. 

     Ο ελληνισμός της Μακεδονίας οργανώνεται

  Αν και η επίσημη Ελλάδα άργησε πολύ να αντιληφθεί τη σοβαρότητα των κινδύνων που απειλούσαν τον ελληνισμό της Μακεδονίας, οι ίδιοι οι Έλληνες Μακεδόνες προσπαθούσαν να αμυνθούν απέναντι στη βουλγαρική απειλή. Οι κοινότητες προσπαθούσαν να κρατήσουν τα σχολεία τους και να ιδρύσουν νέα, όπως και τις εκκλησίες, πολλές από τις οποίες οι Βούλγαροι καταλάμβαναν δια της βίας. Η ανάδειξη του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ιωακείμ σε Οικουμενικό Πατριάρχη (1878) βοήθησε πολύ τον ελληνισμό της Μακεδονίας, με την τοποθέτηση κατάλληλων ιεραρχών σε κρίσιμης σημασίας Μητροπόλεις.

  Πέραν αυτών, ιδιαίτερα από το 1904 και το θάνατο του Π. Μελά, η ελληνική κυβέρνηση (Θεοτόκη) αποφάσισε πλέον να μπει ενεργά στον αγώνα, εγκαταλείποντας την επιφυλακτικότητα των προηγούμενων χρόνων. Με την τοποθέτηση στο μεν ελληνικό προξενείο της Θεσσαλονίκης του Λ. Κορομηλά και στο προξενείο Μοναστηρίου (ως υποπροξένου) του Ί. Δραγούμη, οι εκθέσεις των οποίων προς την κυβέρνηση αναδείκνυαν τη σοβαρότητα του θέματος της Μακεδονίας, η κυβέρνηση ανταποκρίθηκε κατ’ αρχήν στέλνοντας αρκετούς αξιωματικούς του στρατού στη Μακεδονία. Οι αξ/κοί αυτοί, με ψευδώνυμα φυσικά, εμφανίζονταν είτε ως δάσκαλοι, έμποροι, ακόμα και …ιερωμένοι. Πλέον δραστήριος ήταν ο Κ. Μαζαράκης, ο οποίος εμφανίστηκε   κατά καιρούς ως δάσκαλος, επιθεωρητής σχολείων, φωτογράφος ή κυνηγός!

  Όλοι αυτοί έκαναν σημαντική δουλειά, εμψυχώνοντας το λαό, ιδρύοντας μικρές ή μεγάλες ομάδες ενόπλων, ενώ υποδέχονταν και βοηθούσαν σώματα εθελοντών, που άρχισαν να έρχονται στη Μακεδονία από την ελεύθερη Ελλάδα. Οι ομάδες, στην Κ. Μακεδονία, συντονίζονταν από το προξενείο Θεσσαλονίκης, όμως διαχωρίστηκε η ευθύνη από το προξενείο Μοναστηρίου. Βέβαια, τη δράση του Λ. Κορομηλά δε μπορούσε παρά να αντιληφθεί η τουρκική εξουσία, η οποία απαίτησε την απομάκρυνσή του, όμως ο Κορομηλάς τοποθετήθηκε ως επιθεωρητής όλων των προξενείων της Μακεδονίας και συνέχισε τη δράση του ως το 1907, οπότε τοποθετήθηκε πρεσβευτής της Ελλάδας στις ΗΠΑ. 

  Εν τω μεταξύ, το κενό που άφησε ο θάνατος του Π. Μελά στη Δυτ. Μακεδονία, κάλυψε ο Γ. Κατεχάκης (Ρούβας), με υπαρχηγό τον Παύλο Γύπαρη, σύντομα όμως αντικαταστάθηκε, ως αρχηγός, από τον Γ. Τσόντο (Βάρδας). Όλοι αυτοί ήταν Κρητικοί. Με την πάροδο του χρόνου, (1905 κ. ε.) πολλές ομάδες μακεδονομάχων έφταναν στη Μακεδονία. Οι συγκρούσεις με τα ένοπλα τμήματα των Βουλγάρων ήταν συχνές και σφοδρές και συχνά, εκατέρωθεν, ξεπερνούσαν τα όρια ανεκτής συμπεριφοράς, αφού προέκυπταν δολοφονίες αμάχων, εμπρησμοί και διάφορες καταστροφές.

  Οι ελληνικές ομάδες δρούσαν άλλοτε χωριστά και άλλοτε σε συνεργασία. Από τους οπλαρχηγούς που έφταναν και δρούσαν στη Μακεδονία, αξιομνημόνευτα ονόματα, εκτός των άλλων που αναφέραμε ήδη, ήταν ο Κρητικός Δικώνυμος Μακρής, ο Χειμαριώτης Σπ. Σπυρομήλιος κ. ά.

 Από τις αρχές του 1905 άρχισαν να δημιουργούνται, σε στρατόπεδο που είχε οργανωθεί από την ελληνική κυβέρνηση στη Βουλιαγμένη Αττικής, πολυμελή σώματα, προοριζόμενα για τη Μακεδονία. Πρώτο ήταν το σώμα 86 Κρητών του Ιωάννη Νταφώτη, που έφτασε, πλήρες εφοδίων, τον Απρίλιο του 1905 στον κόλπο του Ορφανού της Ανατ. Χαλκιδικής, προοριζόμενο για την περιοχή των Σερρών. Όμως, προδόθηκε από τους Βουλγάρους στους Τούρκους και στάλθηκε εναντίον του ισχυρό σώμα τουρκικού στρατού, με το οποίο συγκρούστηκε αρχικά στα Στεφανινά της Θεσσαλονίκης και τελικά, στις 2 Μαΐου, σε περιώνυμη μάχη πάνω από τη Μονή της Αγ. Αναστασίας Χαλκιδικής και διασκορπίστηκε με απώλειες, προξενώντας ωστόσο πολλά θύματα στους Τούρκους. Ακολούθησαν τα σώματα του Καπ. Ακρίτα (Κ.Μαζαράκη), Μπούα (Σπ. Σπυρομήλιου), Νίδα (Καλομενόπουλου), Κόδρου, Μαστραπά και άλλα μικρότερα, που έδρασαν σε διάφορες περιοχές της Κ. Μακεδονίας, με επιτυχίες αλλά και δυσκολίες και αποτυχίες. Τακτική των Βουλγάρων –όπως έγινε και στην προαναφερθείσα περίπτωση του σώματος Νταφώτη – ήταν η κατάδοση της άφιξης και της παρουσίας των ελληνικών σωμάτων στις τουρκικές αρχές, οι οποίες, ιδιαίτερα μετά την εξέγερση του Ίλιντεν (Ιούλιος 1903) και εξής, διατηρούσαν στη Μακεδονία ισχυρές δυνάμεις καταδίωξης…

        (περισσότερα στο βιβλίο)  

Δεν υπάρχουν σχόλια: