«Τον άρχοντα τριών δει μέμνησθαι: Πρώτον ότι ανθρώπων άρχει. Δεύτερον ότι κατά νόμους άρχει. Τρίτον ότι ουκ αεί άρχει»

powered by Agones.gr - livescore

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016

Η ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΣΥΝΟΡΑ - Μια αναπάντεχη συνάντηση με τη Inetta Visor

Πριν λίγες μέρες κατεβαίνοντας στην Αθήνα άκουσα παρέα με δυο καλούς φίλους, τον Χρήστο και τον Τάκη, μια από τις καλύτερες Αμερικάνικες μπάντες blues, τη «Mississippi Ηeat» από το Σικάγο. Η ερμηνεύτρια και οι άλλοι μουσικοί μας ταξίδευαν, με ταλέντο και ψυχή και για τρεις περίπου ώρες, σε πρωτόγνωρους κόσμους.
Επιστρέφοντας αργά το βράδυ στο ξενοδοχείο της παραλιακής λεωφόρου, όπου έμενα, ξαφνιάστηκα όταν είδα συγκεντρωμένα εκεί όλα τα μέλη της μπάντας, που λίγη ώρα πριν μας είχαν εντυπωσιάσει.  Κουβέντιασα με τη Inetta Visor, μια τραγουδίστρια με φωνή γεμάτη αισθαντικότητα... Η αναφορά της στη σημερινή «διεθνοποίηση» της...
ποιοτικής μουσικής και η ανταπόκριση που είχαν απ’ όσους τους άκουγαν στις ανά τον κόσμο περιοδείες τους, με έφερε πίσω στα καθ’ ημάς, στην περίοδο της δεκαετίας του ‘50, αμέσως μετά τη λήξη του Εμφυλίου πολέμου.
Ξαφνιάστηκα όταν συνειδητοποίησα τις εξελίξεις που έχουν επισυμβεί στις Τέχνες και εν προκειμένω στη Μουσική. Εντυπωσιάστηκα από την αλλαγή νοοτροπίας και κριτηρίων του κοινού, που δεν έχουν πλέον καμιά σχέση με τα κατά καιρούς στερεότυπα.
Στη δεκαετία του ’50, μαθητές ακόμα, τα πρότυπα του «συνετού» τρόπου ζωής και οι ιδεοληψίες της μοναδικής «εθνοπατριωτικής αλήθειας» επιβαλλόταν κι ούτε σκέψη δεν κάναμε για παρασπονδίες… Το «ωρολόγιον πρόγραμμα της ημέρας» έριχνε βαριά τη σκιά του  και καθόριζε τη ζωή μας, ακόμα κι έξω από το σχολείο.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις εικόνες από τη μικρή μας πόλη, όταν τα μαθητικά πηλίκια ήταν μονίμως «καρφωμένα» στα κεφάλια μας, οι μπλε ποδιές -αδιάφορο αν ήταν από τσίτι ή από μετάξι- το μοναδικό «επίσημο» ένδυμα των μαθητριών και η απαγόρευση της κυκλοφορίας μετά το ηλιοβασίλεμα, … «επιβεβλημένη»! Οι ομάδες περιφρούρησης για τον έλεγχο και την τήρηση των μαθητικών κανόνων ζωής ανταποκρίνονταν πάντα στα καθήκοντά τους και τα όποια παραστρατήματα τιμωρούνταν αυστηρά.  Αλλοίμονο αν κουβαλούσε κανείς από τους παρανομούντες, έστω και εκ κληρονομίας, …το στίγμα του «αναρχοκομμουνισμού»!
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα οι μουσικές επιλογές, δεν ήταν δυνατόν να αφήνονται χωρίς έλεγχο. Τα εμβληματικά τραγούδια της Βέμπο κατά την περίοδο του ελληνοϊταλικού πολέμου, που κυριαρχούσαν στα ραδιόφωνα και στις μουσικές σκηνές, ακολουθούσαν τα «ευρωπαϊκά ελαφρά» και τα «ελαφρολαϊκά» τραγούδια, με τις ειδυλλιακές συνθήκες ζωής και τις ιστορίες του έρωτα και της αγάπης… Τα λαϊκά, όταν αποτολμούσαν έστω και «κρυπτογραφικά» να περιγράψουν τους αγώνες και τα πάθη της πραγματικής ζωής ή ακόμα και να   σατιρίσουν τα «απαγορεύω» της εξουσίας, απαξιώνονταν κι έμπαιναν στο στόχαστρο…
Καθώς τα χρόνια περνούσαν, είχαμε εναποθέσει τις ελπίδες μας για αλλαγές νοοτροπίας στην κατοπινή περίοδο των φοιτητικών χρόνων. Φρούδες ελπίδες. Οι θεωρίες περί «ελληνικότητας» και ο συνακόλουθος συντηρητισμός, που ήταν συνυφασμένες με τους κύκλους των «κατηχητικών σχολείων», συνεχίστηκαν και στο πεδίο της μουσικής και κυρίως σε ιδεολογικούς χώρους, που θα ‘πρεπε να χαρακτηρίζονται από διαμετρικά αντίθετους στόχους. Υπεύθυνοι, τούτη τη φορά, ήταν όσοι είχαν την ευθύνη της ιδεολογικής καθοδήγησης των φοιτητών, που συγκροτούσαν τις αποκαλούμενες προοδευτικές πολιτικές παρατάξεις. 
Αν λοιπόν δεν μας απέτρεπαν, σίγουρα δεν μας ενθάρρυναν να ακούμε «ξένη» μουσική, όσο κι αν αυτή χαρακτηριζόταν από ποιότητα. Παρουσίαζαν τα μουσικά συγκροτήματα ως «ξενόφερτα» κι ούτε λίγο ούτε πολύ, ως τους δούρειους ίππους που θα άλωναν την ελληνική κουλτούρα. Ξεχνούσαν ότι από άλλα κινδύνευαν ο πολιτισμός μας και ιδιαίτερα η κοινωνία, η τόσο καταπονημένη απ’ όσα είχε τραβήξει.
Έτσι όσοι ακούγαμε τους Beatles, το κάναμε αθόρυβα …για να μην «εκτεθούμε», παρότι με το νου και την ψυχή κατανοούσαμε ότι κι αυτοί θα έφερναν, με το δικό τους τρόπο, τις ανατροπές, όχι μόνο στο χώρο της μουσικής, αλλά και στην ίδια την κοινωνία. Εξαίρεση στον κανόνα αποτελούσαν οι μπαλάντες του Bob Dylan και της Joan Baez, που με τον εμβληματικό χαρακτήρα ορισμένων τραγουδιών τους, μαλάκωναν το κλίμα της εποχής και τύχαιναν της αποδοχής της καθοδήγησης.
Οι μνήμες που μου έφερε η συνάντηση με τη Inetta Visor  με βοηθούν σήμερα να κατανοήσω ορισμένα φαινόμενα φόβου και συντηρητισμού που εμφανίζονται  και πάλι τον τελευταίο καιρό στην πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας μας.

Πολύγυρος 9-11-2016
Γιάννης Κύρκου Αικατερινάρης
Αρχιτέκτων, π. πρόεδρος του ΤΕΕ Κεντρικής Μακεδονίας